Η τριλογία Ορέστεια τοποθετείται χρονικά αμέσως μετά το τέλος του Τρωικού πολέμου. Ο Αγαμέμνων, οι Χοηφόρες και οι Ευμενίδες πραγματεύονται την τραγική μοίρα του οίκου των Ατρειδών. Μετά από πολύχρονη απουσία, ο Αγαμέμνων επιστρέφει στην Ελλάδα φέρνοντας μαζί του, αιχμάλωτη από τον Τρωικό πόλεμο την Κασσάνδρα, την ομορφότερη από τις κόρες του βασιλιά της Τροίας. Η Κασσάνδρα προικισμένη από τον Απόλλωνα με το χάρισμα της προφητείας προφητεύει τον θάνατο της και τον θάνατο του Αγαμέμνονα από τα χέρια της γυναίκας του της Κλυταιμνήστρας και του εραστή της Αίγισθου, που οργανώνουν την δολοφονία για να εκδικηθούν τη θυσία της Ιφιγένειας. Ο Αίγισθος και η Κλυταιμνήστρα παίρνουν έτσι την εξουσία στο Άργος. Ο Ορέστης που ήταν εξόριστος, επιστρέφει ενήλικος πια κρυφά στο βασίλειο. Με την προτροπή της αδερφής του Ηλέκτρας σκοτώνει τον Αίγισθο και την Κλυταιμνήστρα, εκθέτοντας έτσι τον εαυτό του στην εκδίκηση των Ερινύων, των αρχαίων θεοτήτων που είναι ταγμένες να τηρούν το προγονικό δίκαιο: το αίμα πρέπει να ξεπλυθεί με αίμα. Ο Ορέστης τελικά αθωώνεται από το δικαστήριο των Αθηνών , το ανώτατο όργανο της ανθρώπινης δικαιοσύνης. Η Αθηνά, θεά του Λόγου και προστάτρια της πόλης που φέρει το όνομα της δίνει στους ανθρώπινους νόμους τη δύναμη να επικρατήσουν πάνω στη βίαιη δικαιοσύνη των πρωτόγονων θεοτήτων. Οι Ερινύες μεταμορφώνονται σε καλόβουλες θεές, τις Ευμενίδες. Η Ορέστεια του Ξενάκη δημιουργήθηκε το 1966 και ολοκληρώθηκε το 1987 με την προσθήκη της σκηνής της Κασσάνδρας. Δεν πρόκειται για ακριβή μεταγραφή της τραγωδίας του Αισχύλου αλλά και ούτε είναι ένα έργο ανεξάρτητο από το κλασσικό κείμενο. Στην εκδοχή του Ξενάκη την εκδοχή των βασιλιάδων την αφηγούνται οι απλοί άνθρωποι. Ο Χορός εδώ αποκτά κεντρική σημασία. Τα μέλη του Χορού ερμηνεύουν τον δικό τους ρόλο αλλά και τους ρόλους των θρυλικών βασιλιάδων και των θεών. Τραγουδούν στίχους του Αισχύλου οι οποίοι ήταν και μια σημαντικότατη πηγή έμπνευσης για τη μουσική.