Δυο δραπέτες από τα κάτεργα φτάνουν σε μια μικρή πολιτεία και στην προσπάθεια τους να επιβιώσουν, αποφασίζουν να 'παίξουν το μεγάλο παιχνίδι', παριστάνοντας ο ένας τον αφέντη και ο άλλος τον υπηρέτη του. Αυτός ο πανούργος υπηρέτης, όπως θα αποδειχτεί τελικά, είναι και το κύριο πρόσωπο του έργου. Κάνοντας τα πάντα άνω κάτω, απλώνει σιγά-σιγά ένα αόρατο δίχτυ μικρών και μεγάλων συμφερόντων γύρω του, ένα πλέγμα, στο οποίο δεν διστάζει να μπερδέψει ούτε και τον εαυτό του, χρησιμοποιώντας τον ίδιο κώδικα που αιώνες τώρα εφαρμόζει η κάθε κοινωνία. Στο τέλος, ο κοινωνικός περίγυρος, μή μπορώντας να κάνει διαφορετικά, τους προσθέτει στη δύναμη του, αποδεχόμενος τόσο τη δυσκολία του ν' αλλάξει, όσο και το μάθημα που πήρε από τον πανέξυπνο, πρώην περιθωριακό, δούλο.