Σε μια παράσταση δομημένη σε τρία μέρη, άρρηκτα συνδεδεμένα μεταξύ τους, ο Αντώνης Φωνιαδάκης περιγράφει την πορεία της ανθρωπότητας μετά από μια μεγάλη καταστροφή. Στη διάρκεια αυτής της πορείας από τη βιαιότητα στη μοναξιά, από τον ερωτισμό στη 'σαρκοφαγία', από το επιθυμητό στο ουτοπικό, το κορμί ζει την δική του περιπέτεια, ανακαλύπτοντας βιωματικές μνήμες, κρυμμένες στα κύτταρά του. Ξυπνά σαν από νάρκη, ανασυντίθεται και στήνει το χρυσό μνημείο της αποθέωσής του. Αφετηρία αυτού του ταξιδιού 'μύησης', αποτελούν ερεθίσματα εξωτερικά. Οι αισθήσεις ξυπνούν και αποκαλύπτουν έναν κόσμο σακατεμένο. Εικόνες πολέμου, φρίκης, διάλυσης. Το κακό δεν προέρχεται πια από τη φύση αλλά από τον ίδιο τον άνθρωπο. Και μέσα σ' αυτό το τοπίο βίας και καταστροφής η ανθρωπότητα προσπαθεί να σκεφτεί, να αρθρώσει λόγο, να συνεχίσει να υπάρχει. Ταυτόχρονα, η προετοιμασία της παράστασης αποτελεί και αυτή μια πορεία ανασύνταξης. Ο χορός αναζητά τα εργαλεία του από την αρχή. Το σώμα βιώνει και αρθρώνει τον δικό του λόγο. Το σώμα καταγγέλλει την αδιαφορία, την απάθεια. Και τέλος, ανακαλύπτει τα όριά του σε μια νέα φόρμα που δίνει νόημα στον κόσμο που αναδύεται μέσα από τα συντρίμμια.