Ο Νιόνιος Νιονιάκης φεύγει από τη Ζάκυνθο, όπου 'απειλείται' από τη φτώχεια και τους σεισμούς και έρχεται στην Αθήνα για να πιάσει δουλειά στο σπίτι του δικηγόρου Βάλδη, ενός συμπατριώτη που επίσης άφησε το νησί και απολαμβάνει την αστική ζωή στην πρωτεύουσα. Η παρουσία του καπάτσου Ζακυνθινού στο μεγαλοαστικό σπίτι είναι καταλυτική: τον βλέπουμε να παίρνει πρωτοβουλίες σε διάφορα ζητήματα, να μεσολαβεί καλοπροαίρετα στα μυστικά της οικογένειας, να τραγουδά και να χορεύει διασκεδάζοντας με την ψυχή του, ως τη στιγμή που η νοσταλγία του για το νησί γίνεται τόσο επιτακτική που τον παρακινεί γρήγορα να πάρει την απόφαση της επιστροφής. 'Το φιόρο του Λεβάντε' είναι έργο νοσταλγίας. Ο ήρωας του νοσταλγεί το νησί που άφησε, όπως το νοσταλγεί κι ο Ζακυνθινός Ξενόπουλος, που όταν γράφει το έργο έχει τριάντα χρόνια μακριά του.