Ο Πέερ Γκυντ, μοναχογιός της πάμφτωχης χήρας Ώζε, είναι γνωστός στο χωριό του για τα παραμύθια του. Ανέβηκε, λέει, στην επικίνδυνη κορυφογραμμή των βουνών για να κυνηγήσει ταράνδους, είχε για συντροφιά τον διάβολο, ξωτικά και διάφορα άλλα θαυμαστά πλάσματα, γνωστά μόνο από τα παραμύθια. Τέλος, δηλώνει ότι μια μέρα θα γίνει μεγάλος και τρανός. Κατά τη διάρκεια ενός γάμου στο χωριό του, απαγάγει την πλούσια νύφη και στη συνέχεια την εγκαταλείπει και κρύβεται στο δάσος για να γλυτώσει από τους διώκτες του. Μόνο η μητέρα του και η νεαρή Σολβεϊγ που ήταν ερωτευμένη μαζί του, μένουν ακόμα στο πλευρό του. Μετά τον θάνατο της Ώζε, εγκαταλείπει το χωριό του και φεύγει στην Αμερική, όπου γίνεται πλούσιος και διάσημος. Στις ακτές της Βόρειας Αφρικής πέφτει σε ενέδρα ληστών, συναντά πιθήκους και τροφίμους τρελοκομείου, παριστάνει τον προφήτη, ονειρεύεται μια έρημο με νερό και λύνει το αίνιγμα της Σφίγγας Ο Πέερ Γκυντ είναι το εθνικό έπος της Νορβηγίας, ένα πραγματικό λαϊκό λογοτεχνικό έργο. Η ιστορία του Πέερ, της Σολβεϊγ και της Ώζε, είναι τόσο θρυλική στην παγκόσμια λογοτεχνία, όσο και ο Άμλετ ή Η Αλίκη στη χώρα των θαυμάτων. Ο Πέερ Γκυντ με τις αντιθέσεις του, τους πολυάριθμους ήρωες του, τον ευρηματικό φανταστικό κόσμο του, και τα σχεδόν ανυπέρβλητα εμπόδια για τη μεταφορά του στη θεατρική σκηνή 130 χρόνια μετά την πρώτη παρουσίασή του αποτελεί ακόμα και σήμερα μια ιδιαίτερη πρόκληση για τους καλλιτέχνες του θεάτρου. Η παράσταση παρουσιάστηκε για πρώτη φορά τον Απρίλιο του 2004, στο Berliner Ensemble. Γερμανική εκδοχή των Peter Stein και Botho Strauss, βασισμένη στην μετάφραση των Christian Morgenstern και Georg Schulte-Frohlinde. Με πρόταση του Peter Zadek, ο Botho Strauss συνέθεσε μια νέα εκδοχή της πέμπτης πράξης για την παράσταση αυτή του Berliner Ensemble.