Με φως, πολιτισμό και ελπίδα, κόντρα σε ότι ζούμε, υποδεχτήκαμε την νέα πρόταση του ΚΘΒΕ που έκανε πρεμιέρα στις 11 Μαρτίου στη σκηνή του Βασιλικού Θεάτρου Θεσσαλονίκης με το έργο «Ντετέκτιβ» του Πήτερ Σάφερ, σε σκηνοθεσία Έφης Δρόσου.
Με αυτά τα λόγια υποδέχθηκε μέσω skype στην τηλεοπτική συχνότητα του Άτλας Tv την Νατάσσα Δαλιάκα ο Σταύρος Οραήλογλου "On Time" και μίλησαν για το έργο και τον συγγραφέα, τα μηνύματα της παράστασης, αλλά και τις γυναικοκτονίες, την στρατευμένη τέχνη και όχι μόνο.
«Πρόκειται περί μιας αγγλικής κωμωδίας, είναι γραμμένη το 1962 απ’ τον Π. Σάφερ και μας μεταφέρει στο Λονδίνο της εποχής του ΄60, ανέφερε εισαγωγικά η κα Δαλιάκα που στη διανομή έχει επωμισθεί το ρόλο της Μπελίντα.
Ένα Λονδίνο που είναι πάρα πολύ ζωντανό, που οι άνθρωποι αρχίζουν να ψάχνουν τόσο την ατομική τους ελευθερία, όσο και την ελευθερία μέσα από τις σχέσεις..
Είναι ένα περιβάλλον έτσι ανέμελο θα έλεγα και η πραγματικότητα είναι πως έρχεται σε πλήρη αντιδιαστολή με όλα αυτά που ζούμε. Αλλά την έχουμε ανάγκη τη βουτιά στην αθωότητα και την ανεμελιά.
Ο Πήτερ Σάφερ είναι γνωστός Άγγλος συγγραφέας, έχει γράψει πάρα πολλά έργα και πολύ διάσημος για το «Αμαντέους», την ταινία με τα δεκάδες Όσκαρ τότε που είχε προβληθεί.
Είναι κι ένα έργο που εκτός από την σάτιρα που κάνει σε κάποια ήθη ας πούμε της εποχής του 60 που κρατούν όμως μέχρι σήμερα, είναι κι ένα έργο που ανατέμνει τις σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων, με έναν ευχάριστο τρόπο βέβαια..
Διαβάζοντας κάποιες κριτικές για το έργο στέκομαι σε ένα από τα θέματα. Ο ντετέκτιβ, τελικά, είναι τα πρέπει μας κι οι εμμονές μας; Είναι το περιβόητο «τι θα πει ο κόσμος»;
Σίγουρα! Υπάρχει πολύ αυτό! Υπάρχουν τρεις χαρακτήρες στο έργο αυτό. Η Μπελίντα, την οποία παίζω εγώ, ο Ντετέκτιβ τον οποίο παίζει ο Δημήτρης Διακοσάββας και ο σύζυγος της Μπελίντα, ο Τσάρλς, που παίζει ο Θοδωρής Πολυζώνης. Αυτοί λοιπόν οι άνθρωποι κάπως ο καθένας φέρνει έναν κόσμο μαζί του. Είναι ο Τσάρλς περισσότερο, ο σύζυγος δηλαδή είναι εκείνος που έχει μια εμμονή, με τα πρέπει, με το τι θα πει ο κόσμος, τι είναι μεμπτό και τι όχι, με το τί πρέπει να γίνεται, τι είναι ηθικά σωστό κτλ…
Είναι μια συζήτηση που γίνεται μεταξύ των τριών ατόμων, των τριών ηρώων. Οι άλλοι δύο, η Μπελίντα κι ο Ντετέκτιβ είναι οι πιο ελεύθερες πλευρές του φάσματος (αν πούμε ότι στην κοινωνία ο καθένας επιλέγει έναν ρόλο).
Η Μπελίντα είναι πιο νέα, προσπαθεί να προσδιορίσει τον εαυτό της έναντι της σχέσης της με τον Τσαρλς αλλά και έναντι των υπολοίπων ανθρώπων.
Και ο Ντετέκτιβ, επειδή μάλιστα δεν είναι Άγγλος στο έργο αλλά είναι Έλληνας, οπότε για την εποχή εκείνη είναι ένας περιθωριακός τύπος, ένας έξω λίγο απ’ την κοινωνία άνθρωπος που βλέπει… κι επειδή ακριβώς είναι πιο έξω, βλέπει πιο καθαρά, τα πρέπει και τα στεγανά της κοινωνίας. Και αυτός μας προσφέρει μια άλλη θεώρηση. Πιο ανάλαφρη, πιο φρέσκια, από αυτά τα όρια που περιχαρακωνόμαστε στην καθημερινότητά μας.
Η πιο ανέμελη δεκαετία του 60, στο τέλος του δρόμου, στο σύγχρονο τώρα δηλαδή, πόσο ίδια παραμένει; Πόσο τα δεδομένα της δεν έχουν αλλάξει; Έχουν αλλάξει;
Όχι, στην πραγματικότητα όχι… Το παρακολουθεί ο θεατής και βλέπει πολλές αντιστοιχίες. Η ανθρώπινη φύση σε όλες τις εποχές είναι η ίδια. Οι προβληματισμοί των ανθρώπων, ο τρόπος προσέγγισης του ενός προς τον άλλον, τα πρέπει που μας επιβάλλονται κάθε φορά, τουλάχιστον στον δυτικό κόσμο, μιας και το έργο διαδραματίζεται στο Λονδίνο, είναι ίδια. Οι προβληματισμοί είναι ίδιοι.. και πάντα υπάρχει ο αγώνας που κάνει ο καθένας κι η καθεμιά από μας να προσδιορίσουμε τους εαυτούς μας, να βρούμε τη δική μας φωνή. Πραγματικά δεν έχουν αλλάξει πολλά πράγματα. Το μόνο που μπορώ να παρατηρήσω, είναι πως η δεκαετία του 60 προέρχεται μετά από έναν παγκόσμιο πόλεμο, αργότερα υπήρξαν όλα τα κινήματα, οι χίπις. Ήταν λίγο μια δεκαετία που προσπαθούσε να βγει από τον συντηρητισμό, ενώ τώρα και λόγω όσων έχουμε περάσει, πιστεύω ότι βιώνουμε έναν συντηρητισμό μεγαλύτερο!
Συντηρητισμός και βία κατά των γυναικών… Πώς βιώνετε, πώς εισπράττετε και ως γυναίκα αλλά και ως επαγγελματίας ηθοποιός στο χώρο σας την κατάσταση με τις γυναικοκτονίες;
Είναι πως να το πω, δύσκολο όλο αυτό. Φυσικά ο χώρος του θεάτρου επειδή είναι μέσα στη ζωή, όπως κι όποιος άλλος εργασιακός χώρος, δεν θα μπορούσε να είναι διαφορετικός. Η πραγματικότητα που ζούμε είναι ζοφερή. Ούσα γυναίκα στη σύγχρονη Ελλάδα, όλη αυτή την καταπίεση της πατριαρχίας, που μπορεί να ακούγεται γραφικό, αλλά όχι πια δεν ακούγεται έτσι, από μικρή ηλικία την έχω ζήσει. Είναι το λιγότερο λυπηρό όλο αυτό που ακούμε και ζούμε με τις γυναικοκτονίες αλλά πραγματικά ζούμε σε βίαιες εποχές.
Και ο συντηρητισμός είναι ένα κομμάτι του προβλήματος. Επίσης η φτώχεια που έχουμε περιέλθει.. είναι πολλά τα μέτωπα. Tα στερεότυπα επίσης. Για μας τα κορίτσια από μικρή ηλικία, απ’ το σχολείο ακόμα κάποια πράγματα περνάνε στο υποσυνείδητο και εγγράφονται. Όχι απαραίτητα ηθελημένα, όχι επειδή κάποιος το κάνει επίτηδες. Αλλά περνάνε γιατί δεν έχει περάσει η κοινωνία μας στο επόμενο επίπεδο, όπου θα υπάρχει πραγματική ισότητα μεταξύ των δύο φύλων. Φυσικά αγωνιζόμαστε για αυτό, αλλά υπάρχει βία σε όλα τα μέτωπα. Και πρέπει καθημερινά να προσπαθούμε και να αντιστεκόμαστε ο καθένας κι η καθεμιά με τον τρόπο που μπορεί.
Το Σάββατο είχαμε στην Εθνική Λυρική Σκηνή στην Αθήνα το περιστατικό που σίγουρα ακούσατε και μάθατε. Ο Γιάννης Μηταράκης, ελληνικής καταγωγής με ρίζες από την Ουκρανία, πριν την παράσταση «Οθέλλος» διαβάζει μήνυμα και αφιερώνει το έργο στα δεινά του λαού.. Καταχειροκροτείται απ’ το κοινό. Στο διάλειμμα 15 μέλη της Ορχήστρας και λένε πως δεν μας εκφράζει η δήλωση Μηταράκη. Αποδοκιμάζονται έντονα από το κοινό. Και ρωτώ, κατά τη γνώμη σας η τέχνη μπορεί, πρέπει να παίρνει θέση;
Είναι πολύ δύσκολη αυτή η ερώτηση να την απαντήσει κανείς. Θα προσπαθήσω να το πω όσο καλύτερα μπορώ. Η Τέχνη πιστεύω ότι πρέπει να παίρνει θέση, αλλά μέσα από την ίδια την Τέχνη. Δηλαδή, μέσα από το έργο που παρουσιάζεται. Φυσικά ο καθένας και η καθεμιά που δουλεύει σε αυτό το πεδίο, εννοείται πως έχει την δική του άποψη κι είναι ελεύθερος προφανώς να τη διατυπώσει… επειδή υπάρχει αυτή τη στιγμή μεγάλη πόλωση στην κοινωνία και δεν υπάρχει επί τοις ουσίας μια συζήτηση που να λαμβάνει υπόψη της επιχειρήματα λογικά. Συνήθως οι αντιμαχόμενες πλευρές δεν ακούνε η μία την άλλη, συνήθως έχουμε αυτό που έγινε και στη Λυρική, βγαίνει κάποιος, λέει κάτι και μετά υπάρχει ένα «γιουχάρισμα» από κάτω.
Είναι δύσκολα τα πράγματα, δύσκολοι οι καιροί. Γιατί υπάρχει αυτή η φοβερή πόλωση, η ένταση.. Ο καθένας είναι έτοιμος να αρπαχθεί για να το πω λαϊκά, αλλά έτσι είναι. Θέλει πολύ προσοχή… Ίσως εν τη γενέσει τους τα πράγματα να μην τα βλέπουμε καθαρά. Χρειάζεται ίσως να παίρνουμε μια απόσταση για να βλέπουμε τη μεγαλύτερη εικόνα και ίσως αργότερα να μιλάμε. Και ίσως να το κάνουμε σε ένα πεδίο με πιο πρόσφορο το έδαφος για γόνιμο διάλογο. Αυτό είναι που λείπει πολύ απ’ την εποχή. Και για αυτό θα έλεγα πως μέσω της Τέχνης βεβαίως θα πρέπει να παίρνουμε θέση, αλλά σε ένα πεδίο που θα είναι έτοιμο γι’ αυτό.