Στην εκπομπή «Μικρός Μεγάλος Κόσμος» του 102 Fm με την Χρύσα Νάνου και τη Φωτεινή Στεφανοπούλου, βρέθηκε προσκεκλημένος ο σκηνοθέτης της παράστασης «Ελεύθερο Ζευγάρι» του Ντάριο Φο και της Φράνκα Ράμε, Μιχάλης Σιώνας, που παρουσιάζεται στο Μικρό Θέατρο της Μονής Λαζαριστών.
Όπως το είπατε, σε πρώτο επίπεδο. Το κοινωνικοπολιτικό στοιχείο υπήρξε διαχρονικά άξονας για τους δύο αυτούς συγγραφείς, απλά η αφορμή εδώ είναι η ερωτική σχέση του ζευγαριού.
- Ποιο είναι το πρόβλημα αυτού του ζευγαριού;
Πρόβλημά τους είναι το αιώνιο δυσεπίλυτο ζήτημα του πως χτίζουμε τις σχέσεις. Συγκεκριμένα στην ιστορία αυτή, ο άνδρας του ζευγαριού πιστεύει, ενστερνίζεται, υπερασπίζεται, ότι μπορεί να υπάρξει μια ελεύθερη σχέση και οι δύο σύντροφοι να έχουν παράλληλες σχέσεις και ταυτόχρονα να διατηρούνε και τη δική τους σχέση.
Ωστόσο όταν βλέπει τη σύζυγό του να κάνει μια προσπάθεια να δοκιμάσει σ’ αυτό που ο ίδιος επιμένει, η αντίδρασή του δεν είναι η αναμενόμενη. Ομολογεί δηλαδή πως πρόκειται για κάτι πολύ δύσκολο και τελικά δεν είναι αυτό που θέλει.
- Δεν του άρεσε και πάρα πολύ...
Ακριβώς! Και μετά φτάνουμε σε πολύ κακοποιητικές καταστάσεις.
- Σίγουρα έχουν ισχυρές αναφορές σε όσα συμβαίνουν τώρα.
Ο Φο και η Ράμε, ήταν βαθιά φεμινιστές. Πάλευαν για τα δικαιώματα της γυναίκας συνέχεια.. και με τα έργα τους και με τη στάση τους και με την πολιτική τους δράση και δυστυχώς είναι επίκαιροι.
- Η διαχρονία μας τρομάζει αν αναλογιστούμε ότι τελικά τα θέματα δεν λύνονται και οι εποχές δεν προοδεύουν. Ένα έργο κοντά τεσσάρων δεκαετιών κι όμως επίκαιρο. Αλήθεια, σας απασχόλησε το ζήτημα της προσαρμογής του έργου στο σήμερα ή δεν χρειαζόταν;
Δυστυχώς όχι. Τα πράγματα είναι τόσο όμοια, οι αναφορές τόσο κοινές, πραγματικά δεν έχουν αλλάξει και πολλά. Οπότε δεν χρειάστηκε κάποια προσπάθεια από μας. Μιλώντας δε για την Ιταλία, που ως γνωστόν έχει παρόμοια κουλτούρα αναφορικά με την πατριαρχεία και με την δική μας, αν κάποιος δεν γνωρίζει ποιοι είναι οι συγγραφείς του έργου, εύκολα πιστεύει πως πρόκειται για ιστορία γραμμένη από Έλληνες και ότι αφορά άμεσα στην ελληνική κοινωνία. Δε χρειάστηκε λοιπόν με διασκευή να έρθουν τα πράγματα στα δικά μας μέτρα, δε χρειάστηκε να φέρουμε αναφορικότητες. Εξάλλου αυτό κάνουν τα σπουδαία έργα!
- Μερικές φορές είναι πιο δύσκολο ένα έργο της δεκαετίας του 80 να πατήσει στο σήμερα παρά ένα απ’ τα κλασσικά του 19ου αιώνα που μπορεί να είναι αναγκασμένος κι ο θεατής να δεχθεί την θεατρική σύμβαση. Καμιά φορά αυτό το τόσο κοντινό δύσκολα έρχεται κοντά μας.
Ναι! Πολλές φορές υπάρχουν συγκεκριμένες αναφορές σε κοινωνίες και εποχές και πρότυπα. Μετά λες, ποια είναι η αντιπαραβολή; Πρέπει κάτι να κάνω γιατί αν το πω ως έχει στον θεατή, μπορεί να μην κατορθώσει να συνδεθεί άμεσα, να μην το καταλάβει.
- Γράφετε στο σημείωμά σας: «Ελεύθερο ζευγάρι», δυο λέξεις που ο συνδυασμός τους θα έπρεπε να απηχεί ευχαρίστηση κι ηρεμία, ωστόσο συνοδεύεται πάντα από δεύτερες σκέψεις.
Αν πάρουμε τις λέξεις ξεχωριστά, τι ωραία που θα ήταν. Και ελεύθερο και ζευγάρι, έχουμε και τα δύο…
- Ούτε μόνος, ούτε καταπιεσμένος..
Εδώ είναι και το κοινωνικοπολιτικό σχόλιο που θίγει και εκθέτει ο Φο. Δηλαδή, ενώ συχνά λέμε πως τα πράγματα ξεκινούν από ψηλά, από πάνω, τελικά ξεκινούνε μέσα από τα σπίτια μας. Το να μπορούμε να στήσουμε μια ειλικρινή σχέση χωρίς την επιταγή κοινωνικών προτύπων για παράδειγμα.
- Είναι διαπροσωπικό το ζήτημα; Είπαμε ότι δεν μπορούμε να τα δούμε αυτά έξω από την κοινωνία και την εποχή. Ένα ζευγάρι προϋποθέτει δυο ανθρώπους που επικοινωνούν μεταξύ τους. Είναι έτσι; Είναι μια νησίδα από όλα όσα συμβαίνουν γύρω;
Όχι! Όχι φυσικά. Ενώ σε άλλα έργα θα ασχοληθούμε με κοινωνικές δομές και πολιτικά συστήματα σε πρώτο επίπεδο, εδώ πιάνει την προσωπική σχέση. Τί γίνεται μέσα στο σπίτι και πώς συνδεόμαστε με το κοινωνικό συμβόλαιο και πόσο μας ορίζει ο περίγυρος. Αυτό που θέλει ο άνδρας είναι κάτι που είδε να συμβαίνει αλλά δεν είναι μια καθαρή επιλογή.
- Είναι πικρός ο τόνος του έργου;
Κοιτάξτε, έχει πάρα πολύ χιούμορ, γιατί οι βαθιά φιλοσοφημένοι άνθρωποι, όπως ο Φο και η Ράμε, έχουν το χιούμορ, την αμφισβήτηση. Οι καταστάσεις είναι τραγελαφικές, σαν να βλέπουμε κάποιον να σκοντάφτει και το πρώτο που κάνουμε οι άνθρωποι είναι να γελάμε (πηγαίνω στο πιο απλό).
- Το’ χουμε αυτό οι άνθρωποι, μέσα στο πικρό να βρίσκουμε και το αστείο.
Αυτό που βιώνουν οι χαρακτήρες είναι τραγικό. Δεν υπάρχουν αστειότητες. Δεν προσπαθούν να μας κάνουν να γελάσουμε.
- Ποιος ο ρόλος της μουσικής στην παράσταση;
Η μουσική είναι σημαντική και κυρίως το ηχοτοπίο της παράστασης. Έχουμε ένα κασετόφωνο επί σκηνής για να διευκρινίζονται οι χώροι της δράσης με τους παραγόμενους ήχους και κάποιοι διάλογοι που ακούμε από το παρελθόν.
- Κασετόφωνο - κασετόφωνο;
Κασέτα ναι, όντως!
- Να η δεκαετία του 80..
Υπάρχει ο αναλογικός ήχος, έχουμε το φόβο μη μασήσει η κασέτα. Να σας πω και ένα αστείο περιστατικό. Χθες προχθές, έδωσα στην κόρη μου μια παλιά κάμερα που βρήκε σε ένα συρτάρι μου και δεν μπορούσε να καταλάβει πώς δεν αποθηκεύονται κάπου αυτά που κινηματογραφεί. Της λέω «αυτά που γράφεις από πάνω τα σβήνουνε τα άλλα»..
«Δεν γίνεται αυτό», μου απαντά. Δε μπορούσε να το συλλάβει και ήταν σαν να αναφωνούσε: «ήσασταν χαζοί»;
- Ολιγοπρόσωπο το έργο;
Είναι δύο οι βασικοί πρωταγωνιστές στο έργο ένας άνδρας και μια γυναίκα. Φυσικά ακούμε τα ονόματά τους επί σκηνής να προσφωνούνται αλλά οι συγγραφείς πηγαίνουν στον πυρήνα της ιστορίας. Θα μπορούσαν να είναι οποιοιδήποτε από εμάς οι δύο αυτοί χαρακτήρες. Εν προκειμένω είναι η Λίλα Βλαχοπούλου και ο Γιάννης Σαμψαλάκης οι δυο βασικοί πρωταγωνιστές, που υποδύονται το ζευγάρι και ο Στέφανος Πίττας ερμηνεύει τον εραστή. Έναν πολύ δύσκολο χαρακτήρα και για ηθοποιό να ερμηνευτεί αφού είναι από εκείνους για τους οποίους μιλάνε οι άλλοι χαρακτήρες σε όλο το έργο αλλά εμφανίζονται πολύ λίγο.
Σύνταξη - Επιμέλεια: Χρύσα Σάμου