ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣ-ΤΕΤΑΡΤΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ, και «ΜΕ ΜΙΑ ΟΜΠΡΕΛΑ ΚΟΚΚΙΝΗ», η Πολυξένη Σπυροπούλου, που υπογράφει την σκηνοθεσία της παράστασης, που μας προτείνει το ΚΘΒΕ, η οποία σε λίγες μέρες ανεβαίνει στην διαδικτυακή της πλατφόρμα με δωρεάν πρόσβαση για τους θεατές, βρέθηκε «ΣΤΟ ΚΟΚΚΙΝΟ» να συνομιλήσει Ραδιοφωνικά με την ΕΛΣΑ ΣΠΥΡΙΔΟΠΟΥΛΟΥ, η οποία καλωσορίζοντάς την, την ρώτησε για τον χρόνο προβολής της παραγωγής.
Εμείς μόλις ολοκληρώσαμε το κομμάτι των βιντεοσκοπήσεων (κάναμε την πρεμιέρα μας δηλαδή) κι ακολουθεί ένα τεχνικό κομμάτι, το μοντάζ, και η οργάνωση αυτού του τμήματος, και σιγά σιγά όλες οι παραστάσεις του Κρατικού θα ανέβουν διαδικτιακά με τη σειρά που το θέατρο θα επιλέξει. Έχουμε δρόμο μπροστά, αλλά δεν θα είναι μακρύς.
-Γίναμε ξαφνικά κινηματογράφος στο θέατρο, αναγκαζόμαστε να μιλάμε στη γλώσσα του προκειμένου να φέρουμε τα θεατρικά έργα στις οθόνες μας. αυτή τη συνθήκη πώς την βιώνετε; Είναι μια πρωτόγνωρη αίσθηση για σας; Είναι σίγουρα μια πρωτόγνωρη συνθήκη για μας. Το θέατρο έχει το χάρισμα, αυτό βεβαίως είναι και η ευλογία του και η ομορφιά κι η αγριότητά του, να μας φέρνει απαραίτητα στο παρόν. Δεν μπορεί να συμβεί θέατρο απ’ τους καλλιτέχνες, από την κοινωνία, απ’ τους ανθρώπους, αν δεν συμπορεύεται απόλυτα με το κοινωνικό γίγνεσθαι, και το παρόν την τρέχουσα στιγμή που μιλάμε. Οπότε, αυτή ακριβώς τη στιγμή, κινούμαστε για να δημιουργήσουμε κάτι, που θα φθάσει στους θεατές μας, μέσα απ’ τις οθόνες των υπολογιστών τους. Επιμένω στη θέση του παρόντος, γιατί όπως είναι παροντική εμπειρία, έτσι νομίζω θα είναι και παροδική. Εμείς ευελπιστούμε να συμβούν σύντομα και εκ του σύνεγγυς οι παραστάσεις μας, εφήμερα, ζωντανά, σε μια αληθινή αλληλεπίδραση με τον κόσμο. Ωστόσο νοιώθουμε ζωντανοί γιατί μας δόθηκε η ευκαιρία να μιλήσουμε με την Τέχνη μας, την στιγμή που πολλοί συνάδερφοί μας δυστυχώς βρίσκονται στην ανεργία βιώνοντας πολύ δύσκολες καταστάσεις. Στεναχωριέμαι πολύ, που ο πολιτισμός μας, έχει μπει σε δεύτερη μοίρα και καταλήγουν μόνο μεγάλες δομές να είναι ανοιχτές. Μέσα απ’ αυτό βέβαια, έχουμε επιφορτιστεί με ένα έργο φοβερά δύσκολο. Εμείς διαδικτυακά εν αρχή, διαζώσης ακόλουθα, με απανωτά test, και ανασφάλεια και φόβο να αγγίξουμε τον άλλον, προσαρμόσαμε το όνειρό μας, στο όραμά μας, σε μια πραγματικότητα που ζητάει αποστάσεις. Αποκωδικοποιήσαμε μια παρούσα δυσκολία και την μετουσιώσαμε σε καλλιτεχνικό κώδικα. Αυτό ήταν πολύ ενδιαφέρον και όμορφο. Και επίσης συναντηθήκαμε και μια ομάδα συναδέρφων για την συγκεκριμένη δουλειά και συντονιστήκαμε με εξαιρετικούς συνεργάτες – συντελεστές, οπότε ήταν ένα ταξίδι ναι μεν κοπιαστικό και δύσκολο όμως εν τέλει απόλυτα θεατρικό. Μέσα από μια απόλυτα ψυχική επικοινωνία και πνευματική έκρηξη θα έλεγα.
-Αυτό που είπατε, πως ακόμη κι όσοι δουλεύετε πρέπει να βρίσκεστε σε μια διαρκή εξέταση με τα τεστ, και ορθώς γιατί αυτό πρέπει να συμβαίνει σε κάθε εργασιακό χώρο, σας επηρέασε και στο κομμάτι της σκηνοθεσίας; Δουλέψατε διαφορετικά αυτό το έργο απ’ ότι θα δουλεύατε οποιοδήποτε άλλο αν η συνθήκη ήταν διαφορετική; Εμένα μου ζητήθηκε η ιδέα, να προτείνω το έργο κατά τα τέλη καλοκαιριού, οπότε, είμασταν ήδη σε συνθήκη covid. Έτσι, προτείνοντας την «ΤΕΤΑΡΤΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ» του ΡΙΤΣΟΥ, που είναι ένας άξονάς μου, και πάντα προσφεύγω σ’ αυτόν στα δύσκολα, και πάντα με συντροφεύει και το κρατώ ως ευαγγέλιό μου, το πρότεινα έχοντας ήδη στο μυαλό μου μια γραμμή μοναξιάς που κάπως συνδέει στο μυαλό μας αυτό που βιώνουμε τώρα ως άνθρωποι κι αμέσως συνδέεται με τη μοναξιά που νοιώθουν οι μορφές του Ρίτσου. Μέσα απ’ το δικό τους σκοτάδι, τον δικό τους ιστό, μέσα απ’ την εστία της μοναχικότητας, της προδοσίας και της πληγής τους, έρχονται κι εμφανίζονται στο φως, αφηγούνται την μαρτυρία, την πληγή τους αυτή και σιγά-σιγά την θεραπεύουν μέσα απ’ την κοινότητας, ενώνοντας ενέργειες και μοναξιές. Όλο δηλαδή αυτό, είναι θα πω, ένας απόλυτος αφουγκρασμός και της δικής μας καθημερινότητας. Εμείς δουλεύοντας με τους ηθοποιούς στις πρόβες συναντηθήκαμε μέσα απ’ τις οθόνες κι εμψυχώναμε αυτό ακριβώς: ότι είμαστε μακριά, όπως κι οι μορφές του ποιητή, είμαστε πληγωμένοι, και φοβισμένοι και θυμωμένοι και όταν τελικά βρεθήκαμε στο χώρο όλοι μαζί, ήταν σαν να ζούσαμε το ίδιο όνειρο της λύτρωσης που διεκδικούμε σιγά-σιγά. Οπότε, απ’ την αρχή ήδη η γραμμή, η δραματουργική επεξεργασία κι η πρόταση του κειμένου, ήταν αρκετά στοχευμένα.
-Είχατε δηλαδή την όλη εικόνα… Και βέβαια το βλέμμα στο φως, ακριβώς όπως και στο κείμενο και στις μορφές του Ρίτσου… Το βλέμμα στο φως και το βλέμμα στην αγάπη και στον άνθρωπο, παρά τις προδοσίες, παρ’ όλα όσα συμβαίνουν. Εμένα αυτό με συγκλόνισε στον Ρίτσο, ότι παρά τα όλα όσα έζησε ο ίδιος, άπειρες καταστάσεις, οι περισσότερες γνωστές στον κόσμο, που αφορούν στην πολιτική του πορεία, στον πόλεμο, στη χούντα, στους βασανισμούς … αλλά πλην όλων αυτών και στα πολλά προσωπικά του βιώματα, που έπρεπε να διαχειριστεί, όπως με την οικογένεια ή τους ανθρώπους γύρω που του στέρησαν την καλλιτεχνική πολυπρισματική του υπόσταση εν μέρει. Ο Ρίτσος δεν ήταν μόνο ποιητής, ήταν ζωγράφος, ήταν ηθοποιός, ήταν performer, και βρίσκονταν σε μια μόνιμη καταστολή. Κι ενώ την καταστολή του την επέβαλαν άνθρωποι, δεν έπαψε στιγμή μέσα απ’ τον λόγο και τα κείμενά του να υμνεί τον συνάνθρωπο και να τον περιβάλλει με αγάπη και προσδοκία. Αυτό για μας ήταν σπουδαίος άξονας προσέγγισης. Καταλυτικός.
-Και είναι κι ένας αέναος αγώνας… Εκεί στοχεύεις, στον άνθρωπο, αλλιώς χάθηκε το παιχνίδι για την ανθρωπότητα όλη... Δεν έχουμε άλλη επιλογή, για μας αυτό, ήταν ένας δρόμος αντίστασης, επιβίωσης καλλιτεχνικής και όχι μόνο καλλιτεχνικής. Και ψυχικά τα αποθέματα όλων μας στερεύουν, είμαστε πολύ κουρασμένοι, εξαντλημένοι… Ο Ρίτσος μας τροφοδότησε κουράγιο και δύναμη κι ευελπιστώ και τους θεατές μας. Να τους αρπάξουμε απ’ την κοιλιά κάποιους ανθρώπους και να τους ενεργοποιήσουμε.
-Θεωρώ πως αυτές τις δουλειές, θα τις δούμε από κοντά, όταν ξανανταμώσουμε… Αυτή είναι και η πρόθεση. Όταν το επιτρέψουν οι συνθήκες θα παρουσιαστούν ζωντανά, γιατί εξ’ αρχής αυτός ήταν κι ο σχεδιασμός, να βγουν μια σειρά έργων με το νέο δυναμικό του Κρατικού και να ανοιχτεί ως μια καλλιτεχνική βεντάλια στις μικρές μας σκηνές … ευελπιστούμε να συμβεί… Προς το παρόν οφείλουμε να το πιστέψουμε και να το στηρίξουμε, γιατί έχει πολύ κόπο κι αγώνα κι ιδρώτα. Και είναι περίεργο ότι δε μπορεί να γίνει με την ίδια θερμοκρασία παίζοντας σε μια κάμερα μπροστά. Παρ’ όλ’ αυτά εμείς φαντασιωνόμαστε πως θα το δούνε κάποιοι άνθρωποι, γιατί υπάρχουν ψυχές από κάτω, δεν παίζουμε για μια ψυχρή κάμερα. Ξέρεις, όλοι μας είμαστε θεατρικοί ηθοποιοί. Το Κρατικό Θέατρο, έχει αυτή την ιδιαιτερότητα. Απαρτίζεται από ανθρώπους που είμαστε αφοσιωμένοι χρόνια τώρα στο σανίδι, κι η κάμερα μοιάζει λίγο ως … «εισβολέας». Διανύσαμε μια πορεία έως τώρα, όπου και οι κάμερες, και το τεχνικό προσωπικό, εννοώ το συνεργείο που ήταν υπέροχο, γίναμε ένα σώμα, ενωθήκαμε και επιχειρήσαμε να δώσουμε το πάθος της στιγμής, να περάσει στη μοναξιά του κάθε θεατή στο σπίτι του.
-Αυτή η παροδική όπως αναφέρατε προηγούμενα κατάσταση, την ίδια στιγμή γεννά και μια ευρύτερη κουβέντα για τους ανθρώπους της Τέχνης καθώς εισέρχονται νέα εργαλεία και νομίζω πως αύριο, επανερχόμενοι στην κανονικότητά μας, θα’ χουμε να αντιμετωπίσουμε και νέες μορφές θεάτρου. Δε ξέρω αν και σε ποιο βαθμό το συζητάτε κι εσείς μεταξύ σας, οι ηθοποιοί, οι σκηνοθέτες… είναι και η νεολαία μας, τα νέα παιδιά, που θα κληθούν να το διαχειριστούν και να το χειριστούν όλο αυτό, παιδιά που την τεχνολογία την παίζουν στα δάχτυλα πια. Είναι πολύ όμορφο τελικά να προκύπτουν νέες ιδέες, είναι μεγάλη τύχη αυτό… Ευτυχώς, ο άνθρωπος πολύ γρήγορα ανταποκρίνεται σε οποιαδήποτε αλλαγή. Προσαρμόζεται. Είναι προσαρμοστικό και πολύ δημιουργικό πλάσμα ο άνθρωπος και κάπως νομίζω ότι οφείλουμε και να ξέρουμε σε τι θα κληθούμε να αντισταθούμε κι απ’ την άλλη σε τι θα ανοιχτούμε στις νέες δομές και τα δεδομένα. Φυσικά και θα αντισταθούμε αν έρθει ισοπέδωση, που μας φοβίζει. Γιατί δεν μπορεί λόγου χάρη να είναι το ίδιο η τηλεκπαίδευση, με τις ανοιχτές αίθουσες διδασκαλίας, όπως δεν είναι και το ίδιο, να δεις πίσω απ’ το γυαλί μια παράσταση και είναι άλλο να έχεις μπροστά σου τον ηθοποιό που έχεις στην καρδιά σου…. Χρειάζεται γερή στήριξη όλο αυτό. Δεν είναι αυτονόητες οι ισορροπίες. Όλη αυτή η νέα προσπάθεια που συμβαίνει για να συνεχίσει να υπάρχει η Τέχνη είναι συγκλονιστική και θα ανοίξει πολλούς και όμορφους δρόμους. Κάποιοι φίλοι που ζουν στο εξωτερικό ή στην Αθήνα, και πάντα μου γκρινιάζουν ότι ποτέ δε βλέπουν δουλειές μας, είναι ήδη πολύ ευτυχισμένοι. Τα σύνορα καταργούνται, διευρύνεται το πεδίο των θεατών, εμείς δεν είμαστε πλέον φοβικοί με τα καινούρια εργαλεία, ξεπερνάμε ταμπού που λένε «πω, πω η τεχνολογία καταστρέφει το θέατρο». Τίποτε δεν καταστρέφει το θέατρο… έχει φοβερή δημιουργική ορμή το θέατρο.. ίσα-ίσα αυτά μας βοηθούν να δημιουργούμε και να υπάρχουμε.
ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ Σκηνοθεσία/Δραματουργική επεξεργασία/κίνηση: Πολυξένη Σπυροπούλου Πρωτότυπη μουσική/Ενορχήστρωση/Εκτέλεση: Στέλιος Ντάρας Φωτισμοί: Στέλιος Τζολόπουλος Εικαστική επιμέλεια: Μαρία Ξυνοπούλου Μυθολογική έρευνα: Μάριος Μεβουλιώτης Βοηθός σκηνοθέτη: Ιορδάνης Αϊβάζογλου Οργάνωση παραγωγής: Εύα Κουμανδράκη
ΔΙΑΝΟΜΗ Αγαμέμνων: Στέργιος Τζαφέρης Ορέστης: Δημήτρης Καρτόκης Ιφιγένεια: Αίγλη Κατσίκη Χρυσόθεμις: Μάρα Τσικάρα Περσεφόνη: Πολυξένη Σπυροπούλου Ισμήνη: Άννα Κυριακίδου Αίας: Ιορδάνης Αϊβάζογλου Νεοπτόλεμος: Μάριος Μεβουλιώτης Ελένη: Μελίνα Αποστολίδου Φαίδρα: Ρούλα Παντελίδου