«ΜΙΚΡΟΣ ΜΕΓΑΛΟΣ ΚΟΣΜΟΣ» είναι ο τίτλος της Ραδιοφωνικής παραγωγής του 102 FM, που φιλοξένησε την Εύη Σαρμή που τον καιρό αυτό εμψυχώνει σκηνοθετικά το ανέβασμα της παράστασης ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΗΣ ΜΠΕΡΝΑΡΝΤΑ ΑΛΜΠΑ, που σε λίγες μέρες ανοίγει διαδικτυακά αυλαία απ’ την επίσημη ιστοσελίδα του ΚΘΒΕ.
Μπροστά στα μικρόφωνα οι δημοσιογράφοι ΧΡΥΣΑ ΝΑΝΟΥ και ΦΩΤΕΙΝΗ ΣΤΕΦΑΝΟΠΟΥΛΟΥ ξεκινούν να εισέρχονται… στο σπίτι του ΦΕΝΤΕΡΙΚΟ ΓΚΑΡΘΙΑ ΛΟΡΚΑ ρωτώντας την σκηνοθέτη για ένα έργο σταθμό της παγκόσμιας λογοτεχνίας που βγάζει «μπροστά» τη γυναικεία υπόσταση.
Είναι ένα σπίτι γυναικών, και διαχειρίζεται ο Λόρκα ένα γυναικείο σύστημα οικονομίας του. Βέβαια το έργο, ξεκινά με τον θάνατο του πατέρα του σπιτιού (του δεύτερου άνδρα της Μπερνάρντα), όμως είναι ένα οικογενειακό σύστημα, που αποτελείται από μια μητέρα, πέντε κόρες, δύο υπηρέτριες, την γιαγιά κι ένα κορίτσι – κλειδί, οπότε, ναι όντως η παράσταση είναι μια γυναικεία υπόθεση ήδη από γραφής της...
Ούτως ή άλλως, ο Λόρκα έγραφε για γυναίκες. Σχεδόν σε όλα τα έργα του, οι πρωταγωνιστικοί του ρόλοι, οι βασικοί του χαρακτήρες είναι γυναικείοι.
Ήξερε πολύ καλά να γράψει για την γυναίκα! Ήξερε πολύ καλά ον κόσμο της! Κι αυτό το τελευταίο του έργο, λίγο πριν τον δολοφονήσουν, είναι εκατό τοις εκατό γυναικεία υπόθεση. Κι έτσι το αντιμετωπίσαμε κι εμείς, όχιι φυσικά με πρόθεση να κάνουμε ένα έργο με γυναίκες. Είναι ένα έργο που πάντα ως ηθοποιός θα ήθελα να συμμετάσχω. Να ενσαρκώσω έναν απ’ αυτούς τους γυναικείους ρόλους…
-Κι έχει εξαιρετικούς χαρακτήρες να δώσει, κι όλοι τόσο ξεχωριστοί διαφορετικά.. Και ηλικιακή γκάμα που αγκαλιάζει τα πάντα. Σκεφτείτε ότι ξεκινάμε από τα είκοσι και αγγίζουμε τα εξήντα ή τα ογδόντα χρόνια, ογδόντα είναι η ηλικία που δίνει ο Λόρκα στη Μαρία Χοσέφα την γιαγιά που ζει στο σπίτι.. (εντάξει αυτό το διαχειρίζεται ο καθένας όπως θέλει…) Αλλά ναι, είναι μια γυναικεία υπόθεση.
-Βασιστήκατε σε μετάφραση της δεκαετίας του ‘ 50 του Νίκου Γκάτσου… Έχει μεταφραστεί και από άλλον; Έχει μεταφραστεί τουλάχιστον 3-4 φορές και από άλλους…
-Ωστόσο τα θέατρα αγαπούν αυτή τη μετάφραση γιατί, ένας ποιητής μεταφράζει ποιητή! Ακούγεται ζωντανή η μετάφραση σήμερα; Ακούγεται πολύ ζωντανή. Φυσικά έχει υπάρξει μια επεξεργασία και από εμάς, παρ’ όλ’ αυτά, η βαθιά ποίηση του Γκάτσου είναι απόλυτα διαχρονική, δεν σκεφτήκαμε ούτε στιγμή ότι διαχειριζόμαστε ένα σε εισαγωγικά παλιό κείμενο… Καθόλου όμως… Κι επειδή προηγήθηκε μια σοβαρή κουβέντα μεταξύ μας για το ποια μετάφραση θα χρησιμοποιήσουμε, τελικά, πολύ γρήγορα, επιλέξαμε τον Γκάτσο γιατί η ποίηση που μυρίζει η μετάφραση του δεν απαντάται πουθενά. Μοιάζει διαχρονική, υπέροχη, μοιάζει να εμψυχώνεται πολύ εύκολα… φυσικά εννοείται με κάποιες παρεμβάσεις, φυσικά κι έχει υποστεί κάποια επεξεργασία το κείμενο.
-Είναι ένα έργο που συνδέεται με τη στέρηση, τον εγκλεισμό, το πένθος… Συνδέεται άρα και με τις μέρες που διανύουμε; Ήταν πολύ έντονη η εμπειρία, γιατί ξεκινήσαμε τον Οκτώβριο, μας έπιασε το lock down, συνεχίσαμε διαδικτυακά για δύο μήνες, τον Γενάρη συναντηθήκαμε με τα τεστ covid, πολύ προσεκτικά.. Βιώναμε διαρκώς όλο αυτό της πραγματικότητας με την πανδημία, μετά με το «me too» παράλληλα, εμψυχώνοντας με απανωτά σοκ την παράσταση. Ότι βιώνουμε όλοι μας σόκαρε και ταυτόχρονα συνειδητοποιούσαμε ότι κάθε τί που εμψυχώναμε είχε άμεση σύνδεση με τα ακούσματά μας. Η ενδοοικογενειακή βία, ο εκφοβισμός, η καταπίεση, η σιωπή, κυρίως η σιωπή, κι όσα βιώνει κατά βάση μια γυναίκα (φυσικά και άνδρες και παιδιά) αλλά κυρίως οι γυναίκες δεν τα ζούσαμε μονάχα στην πρόβα αλλά και στην αληθινή ζωή…ξαφνικά τα βλέπαμε μπροστά μας… κι αναρωτιόμασταν «μα είναι δυνατόν»! Πάντα, όταν διαβάζεις ένα κλασικό έργο, αντιλαμβάνεσαι την επικαιρότητά του. Το βλέπεις, το νιώθεις… Θυμηθείτε τις αρχαίες τραγωδίες. Όμως, αυτό το έργο , αυτή την χρονική στιγμή, μοιάζει να είναι η αναλογία του τόσο έντονη και σημαντική που σας λέω το βιώναμε με μεγάλο σοκ.
-Απ’ αυτή την άποψη έχει ενδιαφέρον και το πολιτικό υπόβαθρο του έργου… Διαχειρίζεται ζητήματα καταπίεσης, ελευθερίας, αλλά και τις αναφορές του Λόρκα στο καθεστώς Φράνκο… Σας ενδιέφερε να το αναδείξετε αυτό το υπόβαθρο; Το επιχειρήσατε; Γίνεται αυτόματα, διότι δεν μπορείς να μη λάβεις υπόψη σου, στην εμψύχωση μιας παράστασης, την αντικειμενική πραγματικότητα του έργου και της εποχής του. Εμείς σκηνοθετικά βρισκόμαστε σε ένα άχρονο σήμερα, όμως ήταν αδύνατον να μην λάβουμε υπόψη τον αντικειμενικό χρόνο που διαδραματίζεται. Πέρα απ’ τα του σπιτιού, υπάρχει μια πίεση γενικότερη που ασκείται απ’ έξω… δεν κινηθήκαμε πάρα πολύ σε άμεση σχέση με την πολιτική πραγματικότητα της εποχής… Καταπιαστήκαμε με την πίεση που ασκείται στους τοίχους του σπιτιού, από κάτι απ’ έξω, το οποίο το βιώνουμε και σήμερα. Κάτι απ’ έξω μας πιέζει και μέσα στον ιδιωτικό μας χώρο πια, στην υποκειμενική μας πραγματικότητα, αυτές οι πιέσεις δημιουργούν πυρηνικές εκρήξεις. Κάπως έτσι έχουμε διαχειριστεί κι αυτό το σύμπαν. Το ότι αυτά τα κορίτσια είναι κλεισμένα μέσα σε τέσσερις τοίχους, το ότι η παράσταση δημιουργήθηκε για το υπερώο της ΕΜΣ, το γεμάτο παράθυρα, όπου βλέπεις το Λ. Πύργο απ’ έξω… βλέπεις τη ζωή να τρέχει, να περνάει, ανθρώπους να κινούνται, η ζωή να κινείται και συ δεν μπορείς να βγεις.. Αυτό το θέλω να ανοίξω την πόρτα και να φύγω αλλά δεν μου επιτρέπεται … μας συνδέει άμεσα…Είτε αυτό έχει να κάνει με κανόνες, είτε με μια πανδημία, ή με κάτι που βράζει έξω κι είναι επικίνδυνο. Υπάρχει στο έργο. Υπάρχει ένας λαός που κάνει επικίνδυνα πράγματα… οπότε η μητέρα έχει να προστατεύσει τις κόρες της και από αυτό.
-Θυμίζει αρχαία τραγωδία…..όσο το περιγράφετε, με πάτε πίσω στον λόγο του Σοφοκλή για παράδειγμα…Υπάρχουν συνδέσεις εδώ! Άπειρες συνδέσεις, μεγάλες και συγκλονιστικές… είναι κάποιες στιγμές, το λέω ως ηθοποιός, που έρχεσαι σε επαφή με κάποια έργα, μ’ ορισμένα κείμενα που για ακαθόριστους λόγους σε συνταράσσουν τη στιγμή που έρχεσαι σε επαφή μαζί τους για να γίνουν παράσταση, ή όταν τα πρωτοδιαβάζεις. Αυτή είναι μια τέτοια περίπτωση ανατριχιαστικής επικαιρότητας. Και φυσικά δεν γυρίσαμε καθόλου την πλάτη μας σ’ αυτό.
-Εκτός απ’ την σκηνοθεσία, υπογράφετε βλέπω και την τηλεσκηνοθεσία της παράστασης. Αυτό το on line ανέβασμα τι σηματοδοτεί για σας; Αυτό το κομμάτι της βιντεοσκοπημένης παράστασης που είναι φυσικό ακόλουθο της εποχής μας, είναι κι αυτό κάτι καινούριο, είναι ένα υβρίδιο, κάτι άλλο, δεν μας τρόμαξε ωστόσο καθόλου Η τηλεσκηνοθεσία με οδήγησε κατά κάποιο τρόπο να μπω στα παπούτσια ενός κινηματογραφιστή πια που τραβά σε εισαγωγικά μια ταινία. Ήταν λιγάκι ζόρικο! Έπρεπε να μελετήσω για να επικοινωνήσω με τους κινηματογραφιστές, τους πολύ έμπειρους συνεργάτες στο ΚΘΒΕ. Στην αρχή το φοβήθηκα. Την πρώτη μέρα αδαής ,τη δεύτερη κουμπωμένη, στην τρίτη ξεπρόβαλα, την τέταρτη πια ήμουν μέσα σ’ αυτό! Δεν ήταν εύκολο, διότι η παράσταση φτιάχτηκε για ν κάνει πρεμιέρα με κοινό… αλλά στην τελική της φάση, μπήκε μέσα ένα συνεργείο με τέσσερις ανθρώπους τέσσερις οπερατέρ τέσσερις κάμερες… θα έπρεπε αντί για το κοινό να διαχειριστούμε μια κατάσταση που καθόλου δεν μας τρόμαξε, δεν μας φόβισε… Ως ομάδα το βιώσαμε όμορφα διότι δεν μπορούμε να στρέψουμε την πλάτη μας στη νέα κατάσταση. Περιμένοντας πάντα να ανοίξουν τα θέατρα και να έρθει ο κόσμος να δει την παραγωγή πρέπει να βρίσκουμε νέες φόρμες… αυτή είναι μια φόρμα
-Μιας που αναφερθήκατε νωρίτερα στο ζήτημα του “me too" τελικά, κερδίζει ή χάνει ο χώρος του θεάτρου.. Τί κερδίζει; Μόνο καλό… και επιτέλους να σταματήσουμε να φοβόμαστε να μιλάμε… δε βλέπω τίποτε κακό σ’ αυτή την ιστορία…. Όσο βίαιη και δύσκολη κι αν είναι μια κατάσταση, όταν βγαίνουν στη φόρα πράγματα και άνθρωποι που μιλούνε, που έχουν υπάρξει θύματα, που έχουν κακοποιηθεί μόνο κερδισμένοι βγαίνουμε… Μέσα απ’ τη δυσκολία, τη βιαιότητα της εποχής, γιατί έχει κάτι πολύ σκληρό όλο αυτό, πιστεύω πως, μόνο καλό θα φέρει…