Ελένη Θυμιοπούλου: Είμαι η ισορροπία που χρειάζεται αυτό το σπίτι
Κάτω απ' την επιβεβλημένη μάσκα σε όλους τους εσωτερικούς χώρους του ΚΘΒΕ ένα πλατύ χαμόγελο να ομορφαίνει το πρόσωπο της Ελένης θυμιοπούλου, που ενσαρκώνει την Αμέλια στο ΣΠΙΤΙ ΤΗΣ ΜΠΕΡΝΑΡΝΤΑ ΑΛΜΠΑ που σκηνοθετεί η Εύη Σαρμή...αναφαίνεται καθώς τυχαία κίνηση το αποκαλύπτει και με κάνει εξ' αρχής να επιθυμώ διακαώς να λυτρωθούμε απ' την πανδημία...να φανερωθούμε επιτέλους μεταξύ μας και έτσι να ξαναγνωρίσουμε εαυτούς και αλλήλους... να μάθουμε να κοιτάμε τον άνθρωπο στην ακεραιότητά του... με τις αυλακώσεις, τις ατέλειες, την ωραιότητα στα σημεία και πάντως ολάκερο στο γέλιο και στο δάκρυ του, στην αμφιβολία ή την ανησυχία του... να είναι οι σιωπές σιωπές κι οι κραυγές κραυγές με τεντωμένα χείλη με αρχές και τέλος ευδιάκριτο...
Η κουβέντα μας, όπως και τα αναγνώσματα του έργου κι οι πρόβες, γίνονται υπό το καθεστώς μιας γοητείας κρυφής που κουβαλούν τα πρόσωπα όταν φθάνουν ν' αγγίξουν στόχο... κι αλήθεια για όλα αυτά τα πρόσωπα του θεάτρου, συλλογιέμαι, η επιτυχία είναι και μόνον η απαντοχή στην υστέρηση μήνες τώρα.. των εκφραστικών τους μέσων, ενός αγγίγματος μη φοβικού, μα και της ανάσας τους που δυσκολεύονται να βρουν στεντόρεια έτσι καθώς τα στόματα σφαλίζουν οι υγειονομικές αποστειρώσεις .
Εγώ κάνω την Αμέλια, μου συστήνεται η Ελένη. Είναι η μεσαία απ’ τις κόρες του σπιτιού.
Προηγούνται κι έπονται αντίστοιχα δύο μεγαλύτερες και δυο μικρότερες αδερφές. Ξέρεις, τα παιδιά που ζουν σε πολυμελείς οικογένειες και τυγχάνει να γεννηθούν ενδιαμέσως, είναι πράγματι «ανάμεσα» πλάσματα. Με την έννοια των ισορροπιστών μεταξύ μεγαλύτερων και μικρότερων που συνυπάρχουν.
Η Αμέλια είναι προστατευτική με τις μικρότερες αδερφές της και … «σκυλάκι» με τις μεγαλύτερες.
Ένα πλάσμα καλόβολο που θα προσαρμόσει τα θέλω της, ανάλογα με τις ανάγκες της οικογένειας, χωρίς να επιχειρήσει να διεκδικήσει τα δικά της.
Ένα κορίτσι που παίζει διαρκώς που φαντάζει σαν η πνευματική της ηλικία να είναι μικρότερη της πραγματικής της ταυτότητας. Λες κι είναι κολλημένη σε μια προ-εφηβεία ή μια εφηβεία, εκεί δηλαδή κάπου που αρχίζουν οι ανησυχίες και τα φλερτ, τα πρώτα σκιρτήματα κι οι έρωτες, για τους οποίους ούτε λόγος φυσικά… Δεν λέγονται αυτά…
Της αρέσει να κάνει τους άλλους να νιώθουν όμορφα. Νομίζω ότι έχει εξάρτηση απ’ τη μητέρα της μ’ έναν ιδιαίτερο τρόπο: ενώ τη φοβάται φυσικά, όπως κι όλοι όσοι συγκατοικούν μαζί της θέλει να μην τη στεναχωρεί. Να είναι η καλή μαθήτρια, το καλό παιδί, μπροστά της τουλάχιστον…
Και νομίζω ότι θα ήθελε να μπορεί να παίζει με τη μητέρα της, ίσως και να το είχαν κάνει κατά το παρελθόν. Τώρα εμφανίζεται πιο σοβαρή, πιο καθώς πρέπει, που σίγουρα την ξεβολεύει και την καταπιέζει.
Λέει μια πολύ δυνατή φράση στο ρόλο η Αμέλια «εγώ, κλείνω τα μάτια για να μη βλέπω τα αστέρια», κι αλήθεια, αν με ρωτάς τι εννοεί δεν την έχω ακόμη αποσαφηνίσει.
Κλείνει τα μάτια για να μην ονειρεύεται, σε μια προσπάθεια να μην απογοητευτεί;
Ίσως, αν χαοθώ τόσο πολύ -σκέφτεται-, μετά πώς θα υποφέρω, πώς θα αντέχω, να συνεχίσω να ζω εδώ πέρα;… εδώ που μόνο ένα ταβάνι υπάρχει και ουρανός κανένας…
Ίσως περνά κι ένα άλλο μήνυμα : της ολιγάρκειας. Να είσαι ευτυχισμένος με τα λίγα.
Να μπορείς να βρίσκεις χαρά οπουδήποτε, ακόμη και μέσα σ’ αυτό το σπίτι που όλα είναι ζοφερά. Υπάρχουν άνθρωποι που μπορούν και χαμογελούν μ’ ένα τίποτα, κι άλλοι που δεν χαίρονται μ’ όλα τα καλά του κόσμου. Γι’ αυτό μου θυμίζει λίγο απ’ τα παιδιά, που έχουν την αγνότητα με το τίποτε να γίνονται βασιλιάδες.
Είναι αγαπητό πρόσωπο η Αμέλια και νομίζω πως αυτή είναι και η δύναμή της. Σύνταξη-Επιμέλεια: Χρύσα Σάμου