Αφιέρωμα ΦΕΝΤΕΡΙΚΟ ΓΚΑΡΘΙΑ ΛΟΡΚΑ για τον 9,58 τον Γιώργο Κολοβό και τη Μάρα Τσικάρα, με αφορμή την επικείμενη παράσταση του ΚΘΒΕ «ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΗΣ ΜΠΕΡΝΑΡΝΤΑ ΑΛΜΠΑ» που θ’ ανεβεί διαδικτυακά σε λίγο καιρό απ’ το φουαγιέ του Θεάτρου της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών.
Κι ενώ οι πρόβες συνεχίζονται με εντατικούς ρυθμούς, στην εκπομπή τους «Φώτα Σανίδι Χαρτί» προσκεκλημένη η σκηνοθέτης της παράστασης Εύη Σαρμή μίλησε για το όριο και το οριακό, τις ανατροφές που διαμορφώνουν συμπεριφορές, τη μοναξιά, και τον μεγάλο της έρωτα που απ’ την υποκριτική τα τελευταία χρόνια είναι η σκηνοθεσία.
Η κουβέντα ξεκινά με τον τραγικά επίκαιρο λόγο του Λόρκα στις μέρες μας σε ότι αφορά εκφοβισμούς και παρενοχλήσεις…
Δεν φαντάζεσαι πως συνδέονται… πόσο άμεσα συνδέονται αυτά… όντως! Το έργο γράφτηκε το 1936 λίγο πριν δολοφονήσουν τον Λόρκα, και εν έτη 20-21 εμείς εμψυχώνουμε αυτό το έργο, και συνειδητοποιούμε διαρκώς, καθημερινά, με δυνατά ταρακουνήματα, ότι αυτό το έργο, είναι τόσο, μα τόσο επίκαιρο… Τρομακτικά επίκαιρο, και σ’ ότι συμβαίνει αυτή τη στιγμή στον κλάδο μας, στη δουλειά μας.
Είναι ένα έργο, που μιλά για τον εκφοβισμό, και τον οικογενειακό εκφοβισμό και γενικότερα. Το μπούλιγκ, ο απολυταρχισμός, οτιδήποτε είναι στη ζωή μας δίχως να το έχουμε επιλέξει. Με αφορμή λοιπόν αυτή την ιστορία αυτής της οικογένειας, εννέα γυναικών, η μάνα κι ο πέντε κόρες, συν την γιαγιά, και δύο υπηρέτριες του σπιτιού, χωρίς την παρουσία πατέρα, ή ανδρικού στοιχείου, παρά μόνο του στοιχείου του έρωτα, του Πέπε (μιας ανδρικής φιγούρας που όμως την συναντούμε έξω από το σπίτι), παρ’ όλ’ αυτά πιέζει κι αυτό τους τοίχους κι είναι σαν να μετακινούνται και να πιέζουν το οικογενειακό σύστημα κάθε σελίδα και περισσότερο… και δυστυχώς βλέπουμε ότι είναι τρομακτικά επίκαιρο, που κι εμείς ακόμα κάποιες στιγμές μένουμε παγωμένες να κοιταζόμαστε και να λέμε τώρα «τι έγινε»;, «τί γίνεται»; Ποιος δεν έχει βιώσει εκφοβισμό στη ζωή του;… ποιος δεν έχει βιώσει μπούλιγκ;… ποια γυναίκα δεν έχει νιώσει από ένα ψήγμα μέχρι και σοβαρή παρενόχληση γενικότερα;… ποιος άνθρωπος δεν έχει νιώσει βία στο οικογενειακό του περιβάλλον, είτε αυτό προέρχεται απ’ τους γονείς, αδέρφια, γιαγιά, παππού, θείο, θεία…
Μακάρι να μην γινόταν… αλλά ποιος δεν έχει ακούσει γύρω του να συμβαίνουν όλ’ αυτά… και ποια γυναίκα (γιατί είναι γυναικεία το έργο, και ένας λόγος που είμαι χαρούμενη που ασχολούμαστε με αυτό το έργο), ποια γυναίκα δεν έχει αναγκαστεί, να το παίξει χαριτωμένη ή σκληρή απέναντι σε κάποια κίνηση εκφοβισμού, η οποία προέρχεται από έναν άνδρα ή μια γυναίκα ενδεχομένως.
Αυτές λοιπόν οι γυναίκες σ’ αυτό το έργο, βιώνουν αυτό σίγουρα απ’ τη μητέρα τους… Οκτώ χρόνια πένθους στην οικογένεια και εντός της, δεν υπάρχει στον ορίζοντα κάποια πρόθεση της Μπερνάρντα να παντρέψει τις κόρες της .. σκέψου, η μεγαλύτερη είναι 39 χρονών… μεγάλες σε ηλικία… έχουμε ένα οικογενειακό δράμα πολύ σοβαρό, με γυναίκες που είναι κλεισμένες μέσα στο σπίτι. Δεν μπορούν να βγουν έξω.. δεν μπορούν να ενώσουν το αίμα τους με κατώτερες κοινωνικές τάξεις, (όπως λέει η Μπερνάρντα)… Είναι ένα σπίτι με κανόνες ισχυρούς, πολύ ισχυρούς, τόσο σε πιάνει ασφυξία…
Όπου αναγκαστικά κινούνται όλοι μέσα στο σπίτι, δίχως διέξοδο, δίχως την φυσική εξέλιξη των πραγμάτων για την ηλικία τους …κανένα μέλλον… δεν μπορούν να ερωτευτούν, δεν τους επιτρέπεται να κάνουν τίποτα, εάν δεν περάσει απ’ τα χέρια της μαμάς…
ΕΚΛΩΒΙΣΜΟΣ ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΗΣ ΜΠΕΡΝΑΡΝΤΑ ΑΛΜΠΑ - ΕΓΚΛΩΒΙΣΜΟΣ ΣΤΑ ΣΠΙΤΙΑ ΜΑΣ ΛΟΓΩ ΠΑΝΔΗΜΙΑΣ Σε σχέση με τον εγκλωβισμό και την πανδημία, ειδικά στο πρώτο lock down, όταν άρχισα να δουλεύω πάνω στο έργο… το πρώτο που λες οκ… εγκλωβισμένες γυναίκες - εγκλωβισμένοι άνθρωποι, τελικά, ένα πάτημα ένας αγωγός που ενώνει το τότε με το τώρα, ή εκείνη την κατάσταση με αυτό που ζούμε… πολύ προφανής η σύνδεση! Όταν είχα πρωτοδιαβάσει το έργο ως ηθοποιός ήθελα τόσο να παίξω στο έργο… και γιατί ήταν γυναικείο έργο, πολύ συγκλονιστικό, και γιατί προηγούμενα δεν είχα βρεθεί ποτέ σε θίασο απαρτιζόμενο από γυναίκες μόνο…είναι καταπληκτικό. Που να φανταζόμουν τότε, ότι αυτό το έργο σήμερα. θα αποκτούσε μια τελείως διαφορετική εμψύχωση μετά από δέκα ή πέντε ή δεκαοκτώ χρόνια… Πάντως, πάντοτε υπάρχουν πράγματα που μας πιέζουν… πράγματα που έρχονται απ’ έξω… που μπορεί να είναι πολιτικά, κοινωνικά, οτιδήποτε μας πιέζει, προσωπικά, οικογενειακά, συναισθηματικά. Γι΄ αυτό θεωρώ ότι πρόκειται για ένα αντι-φασιστικό έργο. Ο Λόρκα σίγουρα συνδέει την ιστορία της Μπερνάρντα με τον Φράνκο και τη δικτατορία που έρχεται αμέσως μετά, σε όλες τις αναλύσεις το βλέπεις μ’ αυτό Δεν είναι όμως μόνο αυτό. Αυτό το έργο ασχολείται και μ’ αυτές τις λεπτές γραμμές, τις δικές μας, μέσα μας, τα συναισθήματά μας, τις στιγμές που έχουμε μείνει μόνοι…
Ποιος άνθρωπος δεν έχει μείνει μόνος; Αφού κάποιες στιγμές, συζητούσαμε με τα κορίτσια και λέγαμε πως τελικά, ο πιο μόνος σ’ αυτό το σπίτι είναι η Μπερνάρντα… είναι τόσο κλειστή, τόσο κλεισμένη, τόσο σκληρά δομημένη σε μια μοναξιά, δε μπορεί να συνδεθεί με τίποτα με τις κόρες της και τελικά, ανακύπτει το άλλο μεγάλο ζήτημα: πώς μεγαλώνεις τα παιδιά σου; Και τα παιδιά αυτά, που όλοι λέμε συχνά, μοιάζεις τον πατέρα σου, μοιάζεις την μάνα σου… Σίγουρα μέσα σ’ αυτό το έργο βλέπεις μικρές Μπερνάρντες... Η βία που τους έχει ασκηθεί, ασκείται κάποια στιγμή απ’ αυτές τις άλλες… από τη μία στην άλλη… είναι ένα μπαλάκι, που πάει απ’ τον έναν στον άλλον, ξεκάθαρα … γιατί έτσι έχουνε μάθει… και γιατί δεν έχουν την δυνατότητα να βγουν έξω, κι όταν λέω έξω, εννοώ και έξω απ’ το σπίτι τους και να συνδεθούν με άλλους ανθρώπους, να μετακινηθούν, να μετασχηματιστούν… γι’ αυτό και βλέπουμε γυναίκες ολόκληρες που είναι 20, 27, 39… να συμπεριφέρονται σαν παιδάκια πεντάχρονα επτάχρονα… Δεν έχει υπάρξει αυτή η φυσική ωρίμανση που έχει να κάνει με εξωγενής παράγοντες και την κοινωνικότητα…
ΟΙ ΗΡΩΕΣ ΑΝΑΚΥΚΛΩΝΟΥΝ ΚΙ ΑΝΑΚΥΚΛΩΝΟΝΤΑΙ Αυτά τα κορίτσια επειδή δεν έχουν προσλαμβάνουσες ανακυκλώνονται, γυρνάνε γύρω από ιστορίες που έχουν ακούσει, κάτι που πήρε το αυτί τους στην εκκλησία… και ξαφνικά, πώς η τρίχα γίνεται τριχιά, γίνεται ένα μεγάλο γεγονός και σβήνει… και μένουν πάλι εκεί… Σαν να επιπλέουν πάνω σε βρώμικο νερό. Σαν αυτό που λέει η Μπερνάρντα Άλμπα: «..εδώ πέρα, σ’ αυτό τον τόπο δεν έχει ούτε ποτάμια, δεν έχει τίποτε, ούτε τρεχούμενο νερό δροσερό, έχει μόνο πηγάδια…στα πηγάδια πέφτει το νερό και μένει… το νερό είναι στεκούμενο… δεν ξέρεις άμα το πιείς αν σου χει ρίξει κανείς κάτι μέσα και πάθεις τίποτα…» Έτσι λοιπόν τις νοιώθω, έτσι τις διάβασα, όχι ως σκηνοθεσία, ως αναγνώστης. Είναι σαν ένα νερό που ‘χει κάτσει πάνω και δεν μπορεί να τρέξει. Δεν είναι ζωντανό. Παρ’ όλ’ αυτά προσπαθούνε. Έχουν ρωγμές, έχουν στιγμές…προσπαθούν να περάσουν το όριο… η παράσταση έχει πυρήνα τα όρια.. απ΄΄ την αρχή επιλέξαμε το όριο και το οριακό πότε περνάω το όριο, πότε μένω πίσω, πότε δεν μπορώ, κολλάω εκεί για πάντα γιατί δε μπορώ να ζήσω αλλιώς… Έτσι έχει προκύψει και η σκηνοθεσία, έχει δομηθεί ανάλογα με τα όρια…καμμιά φορά σκέφτομαι αν άνοιγε η πόρτα και οι κόρες είχαν τη δυνατότητα να φύγουν τι θα κάναν; Δεν θα φεύγαν… είναι τόσο αρρωστημένα δεμένες σ’ αυτό που χρόνια έμαθαν .. που δεν μπορούν πια να φύγουν… δεν ξέρουν πώς να το κάνουν... μοιάζουν σαν το καναρίνι που χρόνια είναι στο κλουβί και ξαφνικά του ανοίγεις το πορτάκι να δρασκελίσει… δεν θα φύγει.. φοβάται.
ΗΧΟΣ/ΣΚΗΝΙΚΟ Ως ήχο της παράσταση επιλέξαμε το τσέλο, που όπως ωραία αναφέρει κι ο Κωστίκας Τσολάκου, είναι η έκταση της ανδρικής φωνής, μοιάζει σαν το ανδρικό στοιχείο που δεν υπάρχει, είναι άυλο, να πιέζει αυτό το σύστημα, ως ήχος, ένα ακόμη δηλαδή στοιχείο που πιέζει τα πράγματα, και σε σχέση με το φουαγιέ, δεν επιλέγουμε τη χρήση σκηνικών, σχεδόν καθόλου. Επιλέξαμε το φουαγιέ, να παραμείνει ως έχει… που μοιάζει λίγο με χώρο δεξιώσεων, ένα αστικό σαλόνι, αυτός θα είναι και ο χώρος του σπιτιού της Μπερνάρντα Άλμπα. Μοιάζει όντως με το σπίτι της Μπερνάρντα Άλμπα, οπότε ήταν ευτυχής συγκυρία... Με τα παράθυρά του, με αυτό το υπέροχο έξω, γιατί ανοίγεις τις κουρτίνες, και βλέπεις το Λευκό Πύργο, βλέπεις τη θάλασσα, και δεν μπορείς να πας… που πιέζει ακόμη περισσότερο το σύστημα αυτό. Βλέπεις τον κόσμο να κινείται, ακούς κόρνες, ακούς φασαρία, αλλά δεν μπορείς να πας.. είσαι δεμένος εκεί μέσα, μ’ αλυσίδες όπως λέει κι η ίδια. Νοιώθω επίσης τυχερή που καλούμαι να εμψυχώσω αυτό το έργο αυτή τη χρονική στιγμή... κι έχω πολλά να πω… μάλλον λίγα και σοβαρά…
-Εμείς απ’ την υπάρχουσα κατάσταση θα μπορέσουμε να δραπετεύσουμε; Θα φύγουμε… Αρκεί πρώτα απ’ όλα να αντέξουμε. Μετά θα φύγουμε. Ο άνθρωπος έχει την λογική ικανότητα να ξεπερνά πράγματα που του συμβαίνουν. Όπως αφήνεις πίσω ένα πένθος, έναν χωρισμό, μια τραυματική εμπειρία και προχωράς, κάπως έτσι θα συμβεί και σε μας τώρα. Φυσικά θ’ αφήσει ισχυρό αποτύπωμα όλη αυτή η δοκιμασία, κάτι που θα δονείται πάντα μέσα μας όταν θα βρισκόμαστε σε καταστάσεις πίεσης. Όταν κάτι θα μας θυμίζει τον εγκλεισμό μας… Τα σώματα είναι καταγραφείς… εγγράφονται πράγματα και βγαίνουν στις πορείες… Όμως θα βγούμε ξανά στο φως.
ΑΠΟ ΗΘΟΠΟΙΟΣ – ΣΚΗΝΟΘΕΤΗΣ – ΕΥΘΥΝΕΣ ΚΑΙ ΠΛΑΙΣΙΟ Πρώτο εγχείρημα γίνεται το 2006, αλλά τα τελευταία δυο – δυόμιση χρόνια, νοιώθω ότι αγαπώ το θέατρο αλλά είμαι ερωτευμένη με τη σκηνοθεσία… πάντα ως ηθοποιός, αφηνόμουν στα χέρια του σκηνοθέτη… την ίδια στιγμή πάντα με γοήτευε να παρακολουθώ πώς το κάνει… πώς δομεί, πως ενορχηστρώνει μια παράσταση, γιατί ο σκηνοθέτης αυτό κάνει.. ο δημιουργός έχει αφήσει ένα έργο, ο σκηνοθέτης καλείται να της αφήσει το αποτύπωμά του… Όχι, δε με τρομάζουν οι ευθύνες, ίσα – ίσα, μ’ αρέσουν κιόλας… Είναι πολύ νωρίς -όπως μας έμαθαν στη σχολή- να λες πως είσαι ηθοποιός αν δεν περάσει τουλάχιστον μια δεκαετία που ασκείς το επάγγελμα. Το αντίστοιχο χρονικό πλαίσιο θα ορίσω κι ίσως και λίγο παραπάνω για τη σκηνοθεσία. Αυτό τον καιρό είμαι σε κατάσταση έρωτα με τη σκηνοθεσία. Είναι προκλητικά σαγηνευτικό να μπορείς να κρατάς ένα σύστημα ηθοποιών-δημιουργών, με ασφάλεια, τρυφερότητα, αγάπη και ηρεμία, ευγένεια και κατανόηση για να του δώσεις το δικαίωμα να λειτουργήσει .. Αν τώρα τύχει κι έχεις επιλέξει ένα καλό κείμενο και ευτυχήσεις να ‘χεις άξιους συνεργάτες, μαζί με μια καθαρότητα σε άποψη γι’ αυτό που ζητάς, δύσκολα να πάει κάτι στραβά … Σημαντική δουλειά λόγου πάνω στο έργο την οποία και καταφέραμε και τη φέραμε όταν συναντηθήκαμε δια ζώσης και είμασταν έτοιμοι να εμψυχώσουμε το έργο…