Ιστορίες με μικρά παιδιά αλλά …όχι για παιδιά! Έτσι περίπου συστήνει στη Μάρα Τσικάρα και τον Γιώργο Κολοβό, στην πρώτη ραδιοφωνική συνέντευξη που παραχώρησε στην εκπομπή του Ραδιοφωνικού Σταθμού Μακεδονίας «Φώτα, Σανίδι, Χαρτί», η σκηνοθέτης Μαίρη Ανδρέου τον «Πουπουλένιο», το βραβευμένο έργο του Ιρλανδού θεατρικού συγγραφέα Μάρτιν Μακ Ντόνα (Martin McDonagh) που πρόκειται να ανέβει από το ΚΘΒΕ, στο φουαγιέ της Εταιρίας Μακεδονικών Σπουδών.
«Σ’ ένα ολοκληρωτικό καθεστώς, ιστορεί, συναντούμε τον Κατούριαν που είναι ένας συγγραφέας ιστοριών με θέμα τα μικρά παιδιά και μας μυεί σε έναν κόσμο μικρών ιστοριών, αρκετά βίαιων. Ο Κατούριαν, βρίσκεται σε αίθουσα ανακριτηρίου… Ξαφνικά κατηγορείται για τους φόνους κάποιων μικρών παιδιών που έγιναν στην πόλη. Διαπράχθηκαν ομοιότροπα, όπως στις ιστορίες του. Δεν είναι όλες δημοσιευμένες, παρά μονάχα μία εξ’ αυτών. Οπότε, γίνεται ο νούμερο ένα ύποπτος για τους πραγματικούς παιδικούς φόνους. Οι αστυνομικοί που τον ανακρίνουν, τον εκβιάζουν λέγοντάς του πως έχουν πιάσει και τον αδερφό του. Ο αδερφός του, κατ’ ένα χρόνο μικρότερος ηλικιακά απ’ τον Κατούριαν, λόγω της βίας που υπέστη από τους γονείς του, είναι ένα παιδί με νοητική υστέρηση. Οπότε, τον εκβιάζουν λέγοντας πως συνέλαβαν τον αδερφό του, που μάλιστα έχει ήδη ομολογήσει τους φόνους … (περισσότερα όμως δεν θα σας αποκαλύψω παρακάτω…με το καλό να ανοίξουν τα θέατρα, και να δείτε το έργο από κοντά).
Αυτό που έχει μεγάλο ενδιαφέρον στην παράσταση, είναι το πώς ένας άνθρωπος γράφει μια ιστορία, πώς την έχει σκεφτεί με δικά του ή όχι βιώματα, και πώς ο άλλος, παίρνει αυτή την ιστορία, πώς την αντιλαμβάνεται και πώς την εξελίσσει. Αυτό δηλαδή είναι ένα πάρα πολύ μεγάλο μέρος του έργου. Οπότε αυτό κρύβει και μια επικινδυνότητα και μια δημιουργία!
Η επιλογή του έργου Το είχα διαβάσει πριν μερικά χρόνια, μου άρεσε πάρα πολύ… Μετά το είχα δει να το παίζουν κι κάτι έκανε μέσα μου. Κάποιες χορδές παράξενες τις άγγιξε… κι ήθελα πολύ να το δουλέψω.
Ένα έργο με στοιχεία ποικιλόμορφης βίας Έχει πολύ βία: λεκτική, σωματική, ψυχολογική... Μιλάει για όλες τις μορφές βίας. Βλέπουμε τέσσερις ανθρώπους και πώς ο καθένας, ενώ φαινομενικά μοιάζει να μην έχει προβλήματα, σιγά σιγά έχει κοινά με τους υπόλοιπους τρεις και πώς κάποιες πράξεις κάποιων τρίτων πάνω τους, των γονιών τους, των φίλων τους, κάποια απώλεια, τους πηγαίνουν ένα βήμα παρακάτω. Και πόσο είναι δική μας επιλογή (όσο εύκολο κι αν ακούγεται ενώ δεν είναι), πράγματα που μας έχουν συμβεί να τα ξεπεράσουμε, πώς θα τα δρομολογήσουμε και πως θα πορευτούμε μαζί τους. Πολλά κρατάμε μέσα μας οι άνθρωποι, δεν τα βγάζουμε προς τα έξω. Άλλοτε πάλι, τα βγάζουμε μ΄ έναν παράξενο τρόπο.
Ρόλοι και αληθινά γεγονότα - περιπέτειες χαρακτήρων και υποκριτηκή τέχνη Εμένα αυτό ήταν που με είχε γοητεύσει και ήθελα να γίνω ηθοποιός από μικρή. Βιώνεις καταστάσεις που ενδεχομένως -και καλώς-, δεν θα βιώσεις ποτέ στη ζωή σου. Μπαίνεις για λίγο στα παπούτσια άλλων ανθρώπων. Αυτό είναι πολύ ενδιαφέρον και γοητευτικό νομίζω.
Στον «Πουπουλένιο» περνά όλη η ζωή Ο «Πουπουλένιος», δεν είναι ένα έργο που είναι μόνο σκληρό, είναι τόσο καλογραμμένο απ’ τον συγγραφέα (έχει βραβευτεί γι’ αυτό), το οποίο είναι όλη η ζωή … Έχει χιούμορ, έχει τρυφερότητα πολύ, ειδικά με τα δύο αδέρφια, έχει ταύτιση όταν ιστορεί πώς ένας άνθρωπος εν τέλει βλέπει πόσα κοινά στοιχεία μπορεί να έχει με τον άλλο που θεωρεί κατώτερο του. Οπότε, είναι ένα έργο πάρα πολύ αληθινό. Μέσα σ’ όλον αυτόν τον κόσμο που θέλουμε να φτιάξουμε βλέπεις την ίδια τη ζωή. Plus ότι έχει και τέσσερις εξαιρετικές ερμηνείες απ’ τους πρωταγωνιστές μας: τους Γιάννη Τσεμπερλίδη, Χρήστο Στυλιανού, Γρηγόρη Παπαδόπουλο και Σπύρο Σαραφιανό.
Οι πρόβες απο απόσταση και η επιστροφή στην σκηνή του θεάτρου Αχ, αυτές οι διαδικτυακές πρόβες! Στην αρχή δυσκολευτήκαμε αρκετά, γιατί είναι άλλο πράγμα όταν τον πιάνεις, τον βλέπεις, τον μυρίζεις τον συνεργάτη σου, η ενέργειά του είναι όλη εκεί… Και ξαφνικά βρίσκεσαι σε μια καινούρια πραγματικότητα, στην οποία πρέπει σε ένα τετραγωνάκι του υπολογιστή σου, να επικοινωνήσεις με τον άλλον. Δεν είναι εύκολο! Παρ’ όλ’ αυτά, μ’ έναν παράξενο τρόπο, ήταν και λίγο βοηθητική η απόσταση. Δηλαδή, μας έδωσε έναν χρόνο λίγο παραπάνω, να κάνουμε κάποιες αναλύσεις που δεν θα γίνονταν αν ήμασταν από κοντά και πάντως δεν θα γίνονταν μ’ αυτόν τον τρόπο. Οπότε δόθηκε απαιτούμενος χρόνος σε πολλούς να καθίσουν μέσα μας κάποιες πληροφορίες καλύτερα. Να μιλήσουμε γι’ αυτούς τους χαρακτήρες, να μπούμε λίγο καλύτερα στα παπούτσια των πρωταγωνιστών.
Το θέατρο είναι από κοντά! Να έχεις τον κόσμο που είναι από κάτω να παίρνεις την ενέργειά του. Να είσαι και συ μαζί του. Να δουλεύεις, να βρίσκεις, να δοκιμάζεις κάποια πράγματα. Εν αρχή η απόσταση κάπως λειτούργησε, μετά ήταν λίγο παράξενη η επαναφορά. Λόγου χάρη η επιστροφή στη σκηνή ήταν λίγο άβολη. Θυμάμαι την πρώτη μέρα που είχα συναντηθεί με τον Γιάννη τον Τσεμπερλίδη. Τον είδα και τον κοιτούσα για ώρα… Του λέω «κάτσε λίγο, περίμενε…» Γιατί είχα συνηθίσει να τον βλέπω από το στήθος και πάνω και ξαφνικά, σου φανερώνεται ένας άνθρωπος ακέραιος… ολόκληρος… ήταν παράξενο συναίσθημα…
Ήθελε λίγο χρόνο να ξανα-συστηθούμε…Παράλληλα σχεδόν αυτόματα, ό,τι είχαμε συζητήσει λειτούργησε σημαντικά. Έτσι σιγά-σιγά βρήκαμε ρυθμό. Ευελπιστώ να μην ξανακλείσουμε… Ελπίζω να ανοίξουμε σύντομα. Έχουμε κάνει πολύ δουλειά. Κι οι τέσσερις ηθοποιοί μας είναι εξαιρετικοί στη σκηνή.
Απο ήθοποιός…. σκηνοθέτης…. το πέρασμα Είναι κάτι που το είχα πάντα μέσα στο μυαλό μου. Από μικρό παιδί, θυμάμαι, μου άρεσε να δημιουργώ κόσμους. Μου δόθηκε η ευκαιρία πριν από τέσσερα-πέντε χρόνια που έφυγα απ’ το Κρατικό, να το «κυνηγήσω» λίγο παραπάνω, και να δω μέχρι πού φθάνει αυτός ο ίσκιος μου… Γίνανε κάποιες δουλειές, συνεργάστηκα και με το ΔΗΠΕΘΕ Κοζάνης και με το ΔΗΠΕΘΕ Ιωαννίνων, και με το ΔΗΠΕΘΕ Πάτρας, κάναμε και μόνοι μας κάποιες παραγωγές, και στην Αθήνα, και είναι πολύ ωραίο να είσαι απ’ αυτή την μεριά. Όχι ότι δεν είναι ωραίο να είσαι από την άλλη πλευρά, του ηθοποιού… αλλά είναι μαγικό, γιατί φτιάχνεις έναν κόσμο, που πρέπει να επικοινωνήσεις με τους ηθοποιούς και να τους βάλεις μέσα στον δικό σου τον κόσμο. Είναι μαγικό!
Η σκηνοθεσία έχει μεγαλύτερες ευθύνες Έχει πιο πολλές ευθύνες, γιατί δεν αγχώνεσαι μονάχα για τον εαυτό σου «πως θα μου βγει ο ρόλος», αγχώνεσαι για όλους και για όλα!!! Κι εγώ είμαι κι ένας αγχώδης, νευρικός άνθρωπος… Αλλά όταν το αποτέλεσμα είναι όμορφο, όταν συνεργάζεσαι με ανθρώπους που είναι βοηθητικοί πολύ είναι ωραίο.
Γονείς στο γαϊτανάκι της βίας Είναι ξεκάθαρη αυτή η εμπλοκή των γονιών στο έργο. Συναντάμε δύο αδέρφια, τον Κατούριαν και τον Μίσαλ. Οι συγκεκριμένοι γονείς, επέλεξαν το αγαπημένο του παιδί, ο οποίος είναι ο Κατούριαν .ο συγγραφέας μας. Στον Κατούριαν βάλαν όλη την αγάπη και την τρυφερότητά τους. Τον Μίσαλ τον είχανε κρυμμένο, κλειδωμένο σε ένα δωμάτιο και του συμπεριφέρονταν ως πείραμα, προκειμένου πειραματιζόμενοι πάνω του, να δώσουν το δικαίωμα στο εκλεκτό άλλο παιδί τους, να αναπτύξει τη δημιουργικότητα και την φαντασία του. Οι ίδιοι λοιπόν οι γονείς, ασκώντας διαφορετικού τύπου βία στα δυο παιδιά, τα οδηγούν μ’ έναν τρόπο στο ίδιο αποτέλεσμα… Είναι βιασμένα και τα δύο… Το πρώτο απ’ την πολύ αγάπη και το δεύτερο κυριολεκτικά βιασμένο, χτυπημένο, κακοποιημένο.
Ξεπερνιέται αυτός ο βιασμός; Είναι στοιχείο του καθενός πώς αυτά τα πράγματα που τον έχουν καταπιέσει ή τον έχουνε ζορίσει, πώς θα αποφασίσει εκείνος να τα εξελίξει. Μπορεί να είναι η αφορμή για να αναθεωρήσουμε κάποια πράγματα και να εξελίξουμε τον εαυτό μας για να πάμε λίγο παρακάτω. Αλλά θεωρώ ότι πάντα μια δύσκολη κατάσταση είναι ένα μάθημα σε εισαγωγικά, κι ένας τρόπος να μας πάει λίγο αλλού και να δούμε λίγο διαφορετικά τη ζωή μας…
Το κέρδος της καραντίνας Εγώ θα’ θελα να πιστεύω ότι όλο αυτό που περνάμε, θα μας κάνει λίγο καλύτερους στο να μάθουμε να σεβόμαστε (κι ας ακουστεί λίγο ρομαντικό) τη γη που μας φιλοξενεί… Ότι δεν είμαστε οι απόλυτοι του πλανήτη, ότι είμαστε αρκετά αναλώσιμοι, ότι πρέπει να σεβόμαστε και τη φύση και τον διπλανό μας κι ότι εν πάση περιπτώσει δεν είμαστε κάτι το τόσο σημαντικό. Είμαστε μέρος ενός κόσμου που για να μπορέσουμε να συνεχίσουμε και να επιβιώσουμε πρέπει να σεβόμαστε τα πάντα γύρω μας, πράγμα το οποίο το είχαμε ξεχάσει. Εγώ θυμάμαι στις μέρες τις καραντίνας βγάζαμε βόλτα τα σκυλιά, ειδικά στην πρώτη καραντίνα που δεν κυκλοφορούσε κανείς μας έξω γιατί είμασταν όλοι τρομοκρατημένοι έβλεπες πως δεν είχαμε όλους αυτούς τους γρήγορους ρυθμούς, κι όλη αυτή τη μόλυνση, κι η φύση σιγά- σιγά επέστρεφε: γλάροι να περπατάνε, δελφίνια στο Θερμαϊκό… Η ατμόσφαιρα πως είχε καθαρίσει, τα πουλιά που βγαίνανε και κελαηδούσανε … Και λες «γιατί»? Γιατί αυτό το πράγμα δεν το εκτιμώ στην καθημερινότητά μου, και ναι, να κάνω τη δουλειά μου, να κάνω όλα αυτά που θέλω, αλλά λίγο σεβόμενη τους γύρω μου.. Και γύρω μου δεν είναι μόνο άνθρωποι. Οπότε θέλω να πιστεύω ότι όλο αυτό το πράγμα μας έχει δώσει ένα μάθημα στο πώς θ’ αρχίσουμε να σεβόμαστε…