Οργή: Τι σημαίνει και από πού εκπορεύεται; Είναι μια κατάσταση ζωής, ένας τρόπος επαφής και επικοινωνίας με τους άλλους και ποιοί είναι οι παράγοντες που την επαληθεύουν; Ο συγγραφέας εντοπίζει δύο: α)την πάλη των τάξεων και β) τις τραυματικές εμπειρίες της παιδικής ηλικίας. Ο Τζίμυ Πόρτερ ενσαρκώνει τον οργισμένο νέο που προσπαθεί να επιβάλλει τις αξίες και τα πρότυπα της τάξης του και συγκρούεται με την αστική νοοτροπία σε κάθε της έκφραση: πολιτική, κοινωνική, θρησκευτική κλπ. Η οργή του αυξάνεται μέσα από τη συνείδηση της αντιφατικότητας του αγώνα του που μένει άκαρπος, αφού δεν μπορεί να πείσει για τις απόψεις του ούτε την ίδια του τη γυναίκα. Επιπλέον, τα τραύματα της παιδικής του ηλικίας και οι αντιλήψεις του σχετικά με την ηθική, οι οποίες στηρίζονται στην αντίφαση του λογικού με το ενστικτώδες, αποτελούν ακόμη έναν παράγοντα στην ανάπτυξη της οργής. Εκείνο που θίγει ο Τζων Όσμπορν σε δεύτερο πλάνο είναι η τύχη του μορφωμένου άνεργου νέου, που στην προσπάθεια του να επιβιώσει, κάνει τις πιο απίθανες μικροδουλειές. Είναι ο καιρός που τα πανεπιστήμια βγάζουν πλήθος επιστήμονες και που καμιά κρατική μέριμνα δεν τους εξασφαλίζει την ανάλογη εργασία. Για όλα αυτά, τα 'Οργισμένα νιάτα' παραμένουν επίκαιρα και ανεξάντλητα. Γιατί τί άλλο ποιο πολύ από τους ταξικούς αγώνες, την εξεύρεση εργασίας, τα τραύματα της παιδικής ηλικίας, μπορούν να συνθέσουν σωστότερα τον προβληματισμό του σύγχρονου νέου; Σε τι άλλο αν όχι σ' αυτές τις προϋποθέσεις είναι που διαμορφώνεται ο χαρακτήρας σαν κοινωνική δομή και ύπαρξη; (Ο σκηνοθέτης: Τηλέμαχος Μουδατσάκης)