Η Ανώτερη Σχολή Δραματικής Τέχνης του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος λειτουργεί από το 1973. Σκοπός της Σχολής είναι η παροχή ανώτερης εκπαίδευσης στη δραματική τέχνη και η άρτια μόρφωση καλλιτεχνών και λειτουργών της Ελληνικής Σκηνής. Η Σχολή είναι κρατική και ανήκει στην ανώτερη βαθμίδα εκπαίδευσης (τριτοβάθμια) βάσει του Π.Δ. 336/14/6/89. Η φοίτηση είναι δωρεάν και διαρκεί τρία χρόνια. Η παρακολούθηση των μαθημάτων είναι υποχρεωτική. Στη Σχολή διδάσκονται πρακτικά και θεωρητικά μαθήματα, που αποβλέπουν στην ολοκληρωμένη εκπαίδευση των ηθοποιών: υποκριτική, αυτοσχεδιασμός, κίνηση, μουσική, ποιητικός λόγος, θεατρικό τραγούδι, χορός, αγωγή λόγου, δραματολογία, ιστορία της ελληνικής και παγκόσμιας δραματουργίας, ιστορία της λογοτεχνίας, ενδυματολογία, σκηνογραφία, μακιγιάζ, ιστορία και πρακτική του κινηματογράφου κ.ά. Επίσης, σε τακτά διαστήματα, διοργανώνονται εξειδικευμένα σεμινάρια και διαλέξεις πάνω σε θέματα του θεάτρου και της τέχνης γενικότερα. Επιπλέον, η Σχολή διαθέτει θεατρική βιβλιοθήκη για τη σπουδή και ενημέρωση των σπουδαστών της. Διευθυντής σπουδών της Δραματικής Σχολής είναι ο σκηνοθέτης και ηθοποιός Γιάννης Ρήγας.
Για να φοιτήσει κάποιος στη σχολή πρέπει να λάβει μέρος σε προκριματικές εξετάσεις με ελεύθερο θέμα (δυο θεατρικούς μονολόγους και ένα ποίημα), που διεξάγονται τον μήνα Σεπτέμβριο. Εφόσον προκριθεί, μπορεί να συμμετάσχει στις εισαγωγικές εξετάσεις της Σχολής, που διενεργούνται λίγες μέρες αφού ανακοινωθούν τα αποτελέσματα των Προκριματικών εξετάσεων. Στις εισαγωγικές εξετάσεις οι υποψήφιοι εξετάζονται στο μάθημα της υποκριτικής (δυο θεατρικοί μονόλογοι, εκ των οποίων ο ένας πρέπει να είναι αρχαίο δράμα −τραγωδία ή κωμωδία− σε μετάφραση), του τραγουδιού, και του αυτοσχεδιασμού. Επίσης οι υποψήφιοι δίνουν γραπτές εξετάσεις πάνω σε θέμα που επιλέγει η εξεταστική επιτροπή.
Απαραίτητες προϋποθέσεις για τους υποψηφίους είναι να μην υπερβαίνουν το 27ο έτος ηλικίας, να είναι κάτοχοι απολυτηρίου Λυκείου ή απολυτηρίου άλλης ισότιμης σχολής της ημεδαπής ή της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή οποιουδήποτε άλλου κράτους (εφ’ όσον έχει συναφθεί σχετική διακρατική σύμβαση) και να γνωρίζουν άπταιστα την Ελληνική γλώσσα.