Στη μικρή κοινωνία της Κούλουρης μια από τις ανώτατες αρχές είναι και ο αστυνόμος Μίχος, που αγαπάει τρελά τη Λενιώ, ενώ παράλληλα προσπαθεί να αποφύγει την κουτσομπόλα κυρά Παγώνα, που είναι ερωτευμένη μαζί του. Τα κουτσομπολιά της Παγώνας για τη Λενιώ που είναι λογοδοσμένη από παιδί με τον πλούσιο Κόλια, κάνουν τη θεία της, την Κατήγκω, να κλειδώνει κάθε βράδυ στην κασέλα της τα πασουμάκια της ανεψιάς της, ώστε να εμποδίσει τη νέα να βγαίνει έξω την ώρα που αυτή και ο άνδρας της, ο Χαρίτος, κοιμούνται. Έτσι, η κοπέλα, που είναι ερωτευμένη με τον Μήτσο, έναν φτωχό καρβουνιάρη, φορά κάθε βράδυ τις παλιές παντόφλες της θείας της, για να τον συναντά. Τα σχόλια δίνουν και παίρνουν αναγκάζοντας τον Μήτσο να μεταμφιεστεί σε ένα ερωτικό τους ραντεβού με τα ρούχα του Γερμανού Βούλτχερ, που είναι φιλοξενούμενος του δημάρχου και τον οποίο προηγουμένως έχει σώσει από βέβαιο πνιγμό. Εκείνο το βράδυ όμως τους παραμονεύει ο Μίχος Πριν προλάβει να ξεχωρίσει τα πρόσωπά τους οι δύο ερωτευμένοι το αντιλαμβάνονται και φεύγουν βιαστικά, ξεχνώντας πίσω τους το καπέλο του Γερμανού και το πασούμι της θείας Κατήγκως! Το περιστατικό περιπλέκει ακόμη περισσότερο τα πράγματα, που γίνονται χειρότερα, όταν η Λενιώ ακούγοντας την αδελφή του Μήτσου, Αγγέλα, παριστάνει την ερωτευμένη στον Μίχο αποσπώντας του έτσι τα ξεχασμένα αντικείμενα. Τελικά, μέσα από κάποια ξεκαρδιστικά επεισόδια το κορίτσι αναγκάζεται να αποκαλύψει ενώπιον όλων την αλήθεια και τότε η λύση έρχεται απρόσμενα από τον 'μυστηριώδη' ξένο...