1828: 20 Μαρτίου: Γέννηση του Χένρικ Γιούαν Ίψεν στο Σην της νοτιοανατολικής Νορβηγίας. Δεύτερο παιδί του Κνουντ Ίψεν, εύπορου εμπόρου και της Μάρισεν Άλτενμπουργκ. 1834-35: Χρεοκοπία του πατέρα του. Η οικογένεια αναγκάζεται να εγκαταλείψει την πόλη και να εγκατασταθεί σε μια ερημική φάρμα στο Βένστεπ. Ο Κνουντ Ίψεν, απομονωμένος από τον κοινω- νικό του περίγυρο, αρχίζει να σπαταλά την περιουσία της συζύγου του. 1844: Δεκάξι χρονών, πηγαίνει μαθητευόμενος σε ένα φαρμακείο στο Γκρίμσταντ, μικρό λιμάνι νοτιοδυτικά του Σην. Ζει σε μεγάλη ανέχεια και υποφέρει από έλλειψη φροντίδας και ρούχων. 1846: Στα δεκαοχτώ του χρόνια, αποκτά ένα νόθο παιδί, με την Έλσε Σοφί Γένσντατερ, υπηρέτρια του σπιτιού. Για δεκαπέντε χρόνια υποχρεώνεται δια νόμου να το συντηρεί. Η εμπειρία αυτή αντανακλάται στο έργο του Πέερ Γκυντ. 1849: έμπνευσμένος από τους αγώνες ανεξαρτησίας που κυριαρχούν στην έυρώπη γράφει το πρώτο του έμμετρο δράμα Κατιλίνας με θέμα την καταστολή του επαναστατικού κινήματος από τον κικέρωνα. 1850: Τελειώνοντας τις γυμνασιακές του σπουδές κρίνεται ικανός ύστερα από εξετάσεις να σπουδάσει στο πανεπιστήμιο της Χριστιανίας. Εγκαταλείπει το Γκρίμσταντ και ζει στην πρωτεύουσα μια σκληρή φοιτητική ζωή. Γίνεται μόνιμος συντάκτης του περιοδικού Andhimner. Παρουσιάζεται η πρώτη παράσταση του δεύτερου έμμετρου έργου του Τάφος του πολεμιστή. 1851: Ο διεθνούς φήμης νορβηγός βιολιστής Ούλε Μπουλ τον καλεί να συνεργαστεί στο νεοϊδρυθέν θέατρο του Μπέργκεν ως «δραματικός συγγραφέας». Επιστρέφοντας από τη Δανία και τη Γερμανία, όπου σπούδασε με υποτροφία τη δραματική τέχνη, διορίζεται σκηνοθέτης στο θέατρο του Μπέργκεν, θέση την οποία διατηρεί επί πέντε χρόνια. 1852: Περιοδεύει στα θέατρα της Δανίας και της Γερμανίας για να εντρυφήσει στην τέχνη της δραματουργίας, αποκτώντας την εμπειρία που εμπλούτισε και ενέπνευσε το κατοπινό έργο του. 1853: Γράφει τη Νύχτα του Αγίου Ιωάννου, μια ρομαντική κωμωδία, η οποία παρουσιάζεται στο θέατρο του Μπέργκεν χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία. 1855: Γράφει την Κυρία Ίνγκερ του Έστεραντ, ιστορικό δράμα. Παρουσιάζεται στο θέατρο του Μπέργκεν και αποτυγχάνει. 1856: Αρραβώνας του με τη Σουζάνα Τούρεσεν. Το πανηγύρι στο Σούλχουγκ, το νέο του έργο, παρουσιάζεται στο θέατρο του Μπέργκεν. Η πρεμιέρα στις 2 ιανουαρίου γνωρίζει πραγματικό θρίαμβο. 1857: Όλαφ Λίλιενκρανς: παρουσιάζεται στο θέατρο του Μπέργκεν με παταγώδη αποτυχία. Εγκαταλείπει το Μπέργκεν και επιστρέφει στη Χριστιανία όπου αναλαμβάνει καλλιτεχνικός διευθυντής του νορβηγικού θεάτρου της Χριστιανίας. Γράφει Τα παλληκάρια του Χέλγκελαντ, ιστορική τραγωδία. 1858: Γάμος του με τη Σουζάννα Τούρεσεν. Στα Παλληκάρια του Χέλγκελαντ επιχειρεί αισθητική προσέγγιση των τριών εννοιών: αλήθεια, καλοσύνη και ομορφιά. Το έργο παρουσιάζεται στο θέατρο Χριστιανίας και αποτυγχάνει. 1859: 23 Δεκεμβρίου: Γέννηση του γιου του Σίγκουρντ. 1860-1861: Περίοδος έντονης απογοήτευσης: αυξανόμενα χρέη και κρίσεις μελαγχολίας τον φέρνουν στο χείλος της απόγνωσης. Αδυνατεί να γράψει. 1862: Γράφει την Κωμωδία του Έρωτα, το πρώτο του έργο μετά από πέντε χρόνια σιωπής. Απορρίπτεται από το θέατρο της Χριστιανίας· το θέατρο χρεοκοπεί. 1863: Για ένα μεγάλο διάστημα μένει άνεργος. Αναγκάζεται να δεχτεί την οικονομική βοήθεια φίλων του. κατορθώνει να εξασφαλίσει μια μικρή κρατική υποτροφία. Γράφει τους Μνηστήρες του θρόνου, το πρώτο μεγάλο ποιητικό του δράμα. Η κριτική είναι ευμενής και το έργο παίζεται επτά φορές με επιτυχία στο θέατρο της Χριστιανίας. Ταξιδεύει στη ρώμη. Η παραμονή του στην ιταλία και ο μεσογειακός τρόπος ζωής επηρεάζουν θετικά το συγγραφικό του έργο. 1864: Αρχίζει να γράφει τον Αυτοκράτορα και τον άνθρωπο από τη Γαλιλαία. Παραμένει στο εξωτερικό 27 ολόκληρα χρόνια με έντονη νοσταλγία για τη νορβηγία. 1865: Στη Ρώμη και στην Αρίτσια γράφει τον Μπραντ, έμμετρο έργο, με τη πρόθεση ν’ αναγιγνώσκεται και όχι να παίζεται. Αποτελεί μεγάλη εκδοτική επιτυχία. Ως τον Μάρτιο του 1866 κάνει τέσσερις αλλεπάλληλες εκδόσεις. 1866: Η νορβηγική κυβέρνηση τού χορηγεί ισόβια σύνταξη. Μαζί με τον Μπιόρνσον αναγνωρίζεται επίσημα εθνικός ποιητής. 1867: Στη ρώμη, στην Ίσκια και στο Σορρέντο γράφει τον Πέερ Γκυντ (παίζεται για πρώτη φορά το 1876). 1868: Απογοητευμένος από την πολιτική κατάσταση της πατρίδας του και αισθανόμενος ότι τα πολιτικά ιδεώδη είναι ανύπαρκτα, αποφασίζει να εγκατασταθεί στη Δρέσδη και να παραμείνει στο εξωτερικό. 1869: Ταξιδεύει στο Πορτ-Σάιντ και παρευρίσκεται στα εγκαίνια της Διώρυγας του Σουέζ ως εκπρό- σωπος της νορβηγίας. Ολοκληρώνει τον Σύνδεσμο των νέων, κωμωδία σε πεζό, που ανεβαίνει στο θέατρο της Χριστιανίας στις 18 Οκτωβρίου. Το έργο προκαλεί θύελλα διαμαρτυριών και ενθουσιασμού. Οι κριτικοί διχάζονται. έπισκέπτεται τη Στοκχόλμη. Οι Σουηδοί τού επιφυλάσσουν θερμότατη υποδοχή. Αναγνωρίζεται ως μεγάλος συγγραφέας. 1871: έπεξεργάζεται τα νεανικά του ποιήματα και τα εκδίδει. Εγκαταλείπει οριστικά τον έμμετρο στίχο. 1873: Ολοκληρώνει (μετά από εννέα χρόνια) τον Αυτοκράτορα και τον άνθρωπο από τη Γαλιλαία, το τελευταίο ιστορικό του έργο. Η φήμη του απλώνεται στη Γερμανία και στην Αγγλία. 1874: Επιστρέφει για λίγο στη Νορβηγία. Οι φοιτητές βγαίνουν στους δρόμους με αναμμένες δάδες. 1875: Απρίλιος: Η οικογένεια Ίψεν εγκαταλείπει τη Δρέσδη και εγκαθίσταται στο Μόναχο. Ο Δανός κριτικός Γκέοργκ Μπράντες προσπαθεί με την επιστολογραφία του να στρέψει τον Νορβηγό συγγραφέα προς μια αμερόληπτη σπουδή της πραγματικότητας, συνεχίζοντας τον δρόμο που άνοιξε με τον Σύνδεσμο των Νέων. Αρχίζει να γράφει το κοινωνικό δράμα, Τα στηρίγματα της κοινωνίας, με το οποίο εγκαινιάζεται το κοινωνικό θέατρο του Ίψεν. Πιστεύει ότι η σύγχρονη αστική ζωή με την αστάθεια, τις προλήψεις και την αβεβαιότητά της κρύβει στο βάθος ένα δραματικό, ενίοτε τραγικό, μεγαλείο. 1876: Παρουσιάζεται ο Πέερ Γκυντ. Τη μουσική του έργου έγραψε ο Edvard Grieg μετά από παράκληση του συγγραφέα. Το έργο παίζεται σε 37 συνεχείς παραστάσεις στο θέατρο της Χριστιανίας και προκαλεί τις ενθουσιώδεις εκδηλώσεις του κοινού. Το πανεπιστήμιο της Ουψάλας τον ανακηρύσσει επίτιμο διδάκτορα. 1877: Ολοκληρώνει Τα στηρίγματα της κοινωνίας, έργο που αποτελεί επανάσταση εναντίον της επικρατούσας ηθικής. Με τη συνεχή παρουσίαση του έργου στη Γερμανία, ο συγγραφέας κατακτά την έυρώπη. Ως τον Φεβρουάριο του 1878 πέντε θέατρα του Βερολίνου παίζουν Τα στηρίγματα της κοινωνίας με θριαμβευτική επιτυχία. 1878: έπιστρέφει για έναν χρόνο στην ιταλία. 1879: Στη ρώμη και στο Αμάλφι γράφει το Σπίτι της κούκλας, κοινωνικό δράμα το οποίο προκαλεί βαθιά αίσθηση στη Νορβηγία, στη Γερμανία και στην Αγγλία. Με αποκαλυπτικό τρόπο επικρίνει το ψεύδος και την αποδοχή της κοινωνικής συμβατικότητας. Κάνοντας πράξη τη θεωρία του περί της ισότητας των φύλων, υποστηρίζει το δικαίωμα της γυναικείας ψήφου στη Σκανδιναβική Λέσχη της ρώμης. Επιστρέφει για έναν χρόνο στο Μόναχο. 1880: Το έργο του Τα στηρίγματα της κοινωνίας παρουσιάζεται για πρώτη φορά στο Λονδίνο. Επιστρέφει στην ιταλία. 1881: Στο Σορρέντο και στη Ρώμη γράφει τους Βρυκόλακες (δημοσιεύονται τον ίδιο χρόνο), ξεσηκώνοντας τους συντηρητικούς. Στην αναταραχή που προκαλεί το έργο μόνον ο Γκέοργκ Μπράντες δηλώνει ότι οι Βρυκόλακες ήταν η πιο ευγενική πράξη του Ίψεν. Οι Βρυκόλακες συνδέονται με τη γέννηση του ‘‘ανεξάρτητου θεάτρου’’ στην έυρώπη. Η Freie Bühne στο Βερολίνο (1889), το Théâtre Libre του Παρισιού (1887), και το Independent Theatre του Λονδίνου (1891) επιλέγουν τους Βρυκόλακες ως εναρκτήριο έργο. 1882: Στη Ρώμη γράφει το τελευταίο του κοινωνικό δράμα Ένας εχθρός του λαού, θέτοντας απροκάλυπτα το πρόβλημα του ατόμου στην κοινωνία, τον φόβο του για την αλήθεια, τη μοναξιά του στον κόσμο. 1884: Στην Ρώμη και στο Γκόσενσας γράφει την Αγριόπαπια, έργο βαθύτατα συμβολιστικό, στο οποίο ο θεατής τίθεται μπροστά στο πεπρωμένο των ηρώων του. 1885: Επισκέπτεται τη Νορβηγία. Επιστρέφει στο Μόναχο. 1886: Στο Μόναχο γράφει το Ρόσμερσχολμ όπου επιχειρεί ένα είδος σπουδής των ψυχών, χρησιμοποιώντας έναν έντονα ποιητικό λόγο. 1888: Κυρά της θάλασσας. Η ηρωίδα έλίντα λατρεύει με πάθος τη θάλασσα, συγκαταλέγεται στα τρυφερότερα και αινιγματικώτερα πρόσωπα του ιψενικού θεάτρου. 1889: Γνωρίζει τη δεκαοχτάχρονη Έμιλυ Μπάρδαχ από τη Βιέννη με την οποία συνδέεται φιλικά. Για ένα διάστημα αλληλογραφεί μαζί της. Σχεδιάζει την Έντα Γκάμπλερ. Οι εξομολογήσεις της αφοσιωμένης νέας, εντυπωσιάζουν τον δραματουργό και ευαισθητοποιούν το πνεύμα του, αφήνοντας έντονα ίχνη σ’ ένα από τα σημαντικότερα έργα του, στην Έντα Γκάμπλερ. 1890: Έντα Γκάμπλερ. 1891: Οι Βρυ- κόλακες παρουσιάζονται στο Λονδίνο και το έργο προκαλεί έντονες αντιδράσεις. Παρουσιάζονται επίσης τα έργα Ρόσμερσχολμ, Έντα Γκάμπλερ και Κυρά της θάλασσας. Επιστρέφει για μόνιμη εγκατάσταση στη Χριστιανία· γίνεται δεκτός με μεγάλες τιμές. 1892: Στη Χριστιανία, γράφει τον Αρχιμάστορα Σόλνες. Ο ήρωας Σόλνες που βασανίζεται από την αμφιβολία, οδηγείται στην καταστροφή όταν ανακαλύπτει ότι οι θυσίες του απέβησαν μάταιες. 1894: Ο μικρός Έυολφ, έργο βαθύτατα συμβολιστικό όπου ο συγγραφέας αντιπαραθέτει το ηθικό ιδεώδες του ατόμου προς τις ηθικές συμβάσεις. 1896: Τζων Γαβριήλ Μπόρκμαν, έργο στο οποίο τον απασχολεί η δύναμη της αυταπάτης και η εμμονή στη διατήρηση του προσωπικού μύθου. 1899: Όταν ξυπνήσουμε εμείς οι νεκροί: ένας δραματικός επίλογος, με τον οποίο ο συγγραφέας, αυτοαναλυόμενος σκληρά, ολοκληρώνει τον βιολογικό και συγγραφικό του κύκλο. 1900: Παθαίνει εγκεφαλικό επεισόδιο. Οι δυνάμεις του τον εγκαταλείπουν. 1901: Δεύτερο εγκεφαλικό επεισόδιο, το οποίο τον αφήνει σχεδόν παράλυτο. 1906: Πεθαίνει στις 23 Μαΐου στη Χριστιανία σε ηλικία 78 χρονών. Στο μνήμα του στήνουν μία αξίνα να συμβολίζει τον άνθρωπο που έσκαψε βαθιά στην ανθρώπινη ψυχή.