Με τον ηθοποιό Δημήτρη Μορφακίδη, η τελευταία μας συνάντηση ήταν για την παραγωγή του ΚΘΒΕ «Ανδρέας Κάλβος - Αγέλαστο Τέκνο Πολυτέκνου Θεάς».
Τότε, συνομιλώντας, γυρίσαμε παρέα τον χρόνο 200 χρόνια πίσω… στην εθνική παλιγγενεσία όπως την σκηνοθέτησε για το Κρατικό ο Κώστας Χαλκιάς.
Σήμερα, φτάνουμε πολύ πιο μακριά, στο 412 π.Χ, όταν ο Ευριπίδης μαζί με την «Ανδρομέδα» παρουσιάζει καινοτόμα την «Ελένη» του στα Διονύσια.
Τον συναντώ στο Θέατρο Δάσους στη διάρκεια προβών με την Έμιλυ Κολιανδρή, τον Θέμη Πάνου, την Αγορίτσα Οικονόμου, τον Δημήτρη Κολοβό, τον Γιώργο Καύκα, την Έφη Σταμούλη, τον Άγγελο Μπούρα, τον Παναγιώτη Παπαϊωάνου, τον Νικόλα Μαραγκόπουλο, τον Ορέστη Παλιαδέλη και μια πλειάδα εξαίρετων ηθοποιών που συνθέτουν τον χορό της πολυαναμενόμενης παραγωγής του Κρατικού Θεάτρου, με τις υπογραφές των Παντελή Μπουκάλα στη μετάφραση και του Βασίλη Παπαβασιλείου στην σκηνοθεσία και καθώς αγωνιώ να πω σωστά το όνομα του ρόλου, συμπλέουμε...
«Ξέρεις, -με καθησυχάζει- θέλει μια εξάσκηση… αναλογικά, μου πήρε αρκετό χώρο στις πρόβες έως ότου μάθω κι εγώ να προφέρω τον ήρωα μου δίχως αναγραμματισμούς».
- Aυτός ο δυσκολοπρόφερτος χαρακτήρας λοιπόν από ποια υλικά είναι φτιαγμένος;
Σίγουρα είναι ένας πονεμένος ήρωας, όντας αδερφός του Αίαντα, που αυτοκτόνησε στην Τροία (καθώς μετά τον θάνατο του Αχιλλέα δεν του αποδόθηκαν ως έπρεπε τα όπλα του). Ο Τεύκρος παίρνει τον δρόμο της επιστροφής στη Σαλαμίνα και εκεί υπόκειται την μεγαλύτερη ήττα.
Ο ίδιος ο γονιός του, ο Τελαμώνας, δεν του δίνει καν το δικαίωμα να δικαιολογηθεί για το τι πραγματικά συνέβη στον πόλεμο και χάθηκε ο αδερφός του, παρά του υπαγορεύει να φύγει, να χαθεί. «Άλλον περίμενα, εσύ μου ήρθες», του λέει και δεν του επιτρέπει καν να αποβιβαστεί από το πλοίο στην πατρώα γη, που πάντα υπήρξε αναφορά και νόστος του.
Ο Τεύκρος, λαμβάνει τον χρησμό του Απόλλωνα και ξαναρίχνεται στη μάχη με τα κύματα, αποζητώντας ν’ ανακαλύψει την θαλασσοφίλητη Κύπρο, προκειμένου εκεί να χτίσει μια νέα Σαλαμίνα. Τραγικό πρόσωπο, πράγματι, θα του ήταν δικαιότερο με δόξα και τιμή, όπως τότε εννοούνταν, να χαθεί κι αυτός στη μάχη, παρά να επιστρέψει ηττημένος.
Αναζητώντας δικαίωση, θα ταξιδέψει με όραμά του να χτίσει προς τιμή της Σαλαμίνας μια νέα πατρίδα. Όταν συναντά την Ελένη και παρά την ομοιότητα που διακρίνει ευθύς εξαρχής, με το πλέον μισητό πρόσωπο των Ελλήνων, μιας και εξαιτίας της ο πόλεμος όλος κι ο όλεθρος κι η καταστροφή, εκείνη κατορθώνει με γυναικεία μαεστρία και πονηριά, τεχνάσματα κι επιδέξιους τρόπους, να τον πείσει πως δεν είναι εκείνη και τον βάζει να ιστορεί γεγονότα της προσωπικής του διαδρομής, εκμαιεύοντας ταυτόχρονα και στοιχεία που άμεσα την αφορούν, όπως το πού βρίσκεται ο Μενέλαος ή πού βρίσκεται η ίδια η Ελένη..
Αφού λαμβάνει τις πληροφορίες που θέλει, ρωτά για τους Έλληνες, την τύχη τους, την τύχη της μητέρας της, της Λήδας και των Διόσκουρων (των αδερφών της που γίνηκαν αστέρια του ουρανού), διαλύοντας ταυτόχρονα με την «μαλαγανιά» της κάθε του υποψία, δεν του φθάνει η εξορία του, τον αποδιώχνει κι εκείνη.
Στην πορεία της συζήτησης, αντιλαμβάνεται ότι «κρατάει χρόνο» με τις τόσες ερωτήσεις που του κάνει, τον καθυστερεί, φθάνοντάς τον σε σημείο να της πει: «φθάνουν πια οι κουβέντες, δεν υπάρχει λόγος κανείς να υποφέρω δυο φορές λέγοντας τα όσα πέρασα».
Εκείνη επικαλείται τον Θεοκλήμενο που αν αντιληφθεί ότι απειλείται από οποιονδήποτε μισητό Έλληνα που θα'ρθει να την πάρει πίσω (μιας και θέλει να την νυμφευτεί αποκόπτοντάς της το δικαίωμα της επιστροφής στη χώρα και τον άντρα της), δε θα διστάσει να τον σφάξει. Τον φοβίζει και τον διώχνει κακήν κακώς. Εκείνος πάλι, που έχει πάει να λάβει τον χρησμό της ισόθεης του Απόλλωνος μάντισσας Θεονόης δεν καταφέρνει να την συναντήσει για να του πει κατά που πέφτει η Κύπρος, κι έτσι φεύγει μ’ άδεια χέρια…
Αιώνες μετά, καθώς δεν αποκαλύπτει ο συγγραφέας την πορεία του, δεν είμαστε βέβαιο τι κάνει και αν καταλήγει εν τέλει να βρει την Ιθάκη του. Ίσως, ακόμη και τώρα, αιώνες μετά, θαλασσοδέρνεται αναζητώντας τη νέα Σαλαμίνα.
Ο Τεύκρος είναι επίσης κατά μία έννοια και επιπόλαιος.
Μην ξεχνάμε ότι πρόκειται για δεινό πολεμιστή, πρώτο τοξοβόλο, που επί μια δεκαετία μόνο από μάχες γνώριζε ξεχνώντας καν πως είναι να μιλάς σε συνάνθρωπο. Συναισθηματισμούς δύσκολα διακρίνεις σε τέτοιες αφιερωμένες μορφές. Γνωρίζει να πολεμάει τελεία και παύλα…. Και επιμένω να λέω ότι κουβαλά τον πόνο της στέρησης της πατρώας γης μα πιότερο εκείνον του πατέρα που τον απορρίπτει, που δεν θέλει να έχει καμιά σχέση μαζί του.
- Γιατί να έρθει κάποιος να δει την «Ελένη»;
Κατ’ αρχάς για να ξαναθυμηθεί την ιστορία, να ξαναδιαβάσει τον μύθο της Ελένης, που όπως κι εγώ ίσως κι εκείνος, να μην έχει συγκρατήσει την σημαντική λεπτομέρεια πως ο πόλεμος έγινε για το ομοίωμα της, για τη νεφέλη της. Ο Ευριπίδης τα ανατρέπει όλα με τη γραφή του και σε βάζει σ’ άλλα μονοπάτια, να σκεφτείς λόγου χάρη, ότι παλεύουμε μια ολόκληρη ζωή για ουτοπίες. Επίσης το έργο μας δεν είναι η κλασσική αρχαία τραγωδία και ο πρότασή μας είναι να ελαφρύνουμε το δραματικό σκέλος του.
Η Ελένη δεν είναι Πέρσες, δεν είναι Τρωάδες…. Ιλαροτραγωδία είναι και όπως λέει κι ο σκηνοθέτης μας, «δεν υπάρχει γάμος δίχως κλάμα και κηδεία δίχως γέλιο»… Έτσι και στο αρχαίο κείμενο, δεν είναι στοίχημα να βγάλεις γέλιο στην κωμωδία αλλά να μπορείς και στο δράμα ακόμα να βρεις τα κωμικά στοιχεία της ζωής. Κι έχουμε μεγάλη ανάγκη σήμερα, να γελάσουμε, να ξεσπάσουμε, να αφεθούμε.. Νομίζω ότι αυτό βγαίνει καλά ήδη από τις πρόβες και εν τέλει το στοίχημα θα κερδηθεί κι ο κόσμος θα φύγει γεμάτος..
Να έρθει να το δει γιατί είμαστε εμείς επί σκηνής και δίνουμε τον καλύτερο εαυτό μας, μετά από έναν δύσκολο για όλους χρόνο, εμείς θα γυρίσουμε το έργο και μακάρι μαζί του να γυρίσουμε και τις ζωές μας … με τη μουσική με τα κοστούμια με υπερβάσεις την κωμικότητα των ρόλων για να αναστρέψουμε το κλίμα εντυπωσιακά κι αισιόδοξα.
- Τι θέλει λες να μας πει ο Ευριπίδης για τις γυναίκες με την Ελένη;
Ότι δίχως τους δεν υπάρχει κόσμος. Και καλά κάνει και το λέει. Οι γυναίκες μπορεί να έχουν την δολοπλοκία στο αίμα τους, όμως είναι ο τρόπος για να συμβαίνουν πράγματα δικαιόκριτα, ορθότερα, που θα ομορφύνουν το κόσμο και μέσα απ’ αυτόν και τη ζωή των ανδρών…
Λέει σε μια στιγμή της παράστασης η Ελένη: «Οι γυναίκες δεν είναι σόφρων να μιλάνε, αλλά αν θες, άκουσε και τη δική μου άποψη». Οι γυναίκες όλα τα μπορούν όταν θέλουν. Και το αναφέρω δίχως να υποτιμώ το ανδρικό φύλο. Είναι όπως σου είπα και νωρίτερα «καταφερτζούδες». Κι έχει δίκιο η ηρωίδα να θέλει να καταφέρει το κοινό καλό. Είναι έντιμο να προσπαθεί να ξεφύγει αν και φαντάζει δόλιο.
«Όλα εγώ τα τραβάω που αν κι απ’ αρχοντική γενιά βρέθηκα θύμα σκευωριών τριών θεών» μας λέει. Προσπαθεί να πείσει τον Θεοκλύμενο, του πουλάει φύκια για μεταξωτές κορδέλες και παράλληλα πείθει και τον Μενέλαο, να τηρήσει κατά γράμμα ένα σχέδιο διαφυγής εμπνευσμένο απ’ την αρχή ως το τέλος δικό της, περνώντας του το όμως ως δικό του εφεύρημα. Δεν θα την χαρακτήριζα κακιά. Όχι δεν είναι. Με την αθώα έννοια αν μπορεί έτσι να χαρακτηριστεί ναι είναι δολοπλόκος η Ελένη, χάριν όμως επιβίωσης.
Κρατά στα χέρια τους άνδρες μαριονέτες της αλλά για να γλιτώσει. Με χάρη, με τσαχπινιά, ξεγελώντας τους, πάντως δεν βλάπτει σε τίποτε την ακεραιότητά τους.
- Και μέγα εισιτήριό της έχει την ομορφιά της…
Η ομορφιά είναι απ’ τα μεγαλύτερα διαβατήρια καθώς δεν χρειάζεται να την αποδείξεις… Φαίνεται. Φυσικά και πατάει και στην ομορφιά της, είναι το βασικότερο εξάλλου χαρακτηριστικό της γνώρισμα αν και εδώ δεν είναι μόνο αυτό…
Ο Ευριπίδης συνδυάζει το κάλλος της εξωτερικής της εμφάνισης με την ευφυία της. Πολλοί την μίσησαν ιστορικά, άλλοι την χαρακτήρισαν αφελή που άφησε τα πλούτη και παράτησε τον άνδρα της για έναν έρωτα. Όμως η Ελένη εδώ που έχει σωθεί απ’ την Ήρα που την πρωτοεμπιστεύεται στον Πρωτέα να την προσέχει και πραγματικά το πράττει ως τον θάνατό του είναι ερωτεύσιμη και για το μυαλό της.
«Όμορφα που μίλησε δέσποινα - της λέει κάποια στιγμή ο Τεύκρος. Μακάρι οι θεοί να σε ανταμείψουν για τις συμβουλές κι αν μοιάζεις στην όψη της Ελένης στη ψυχή καθόλου δεν της μοιάζεις»!
Οι Έλληνες δεν συμπαθούν την Ελένη. Δεν την συγχωρούν που πούλησε άνδρα και σπίτι και καταγωγή για ένα πάθος. «Μπα που να χαθείς ποτέ να μην γυρίσεις στον Ευρώτα» και η κατάρα τους αυτή είναι το επιστέγασμα των δεινών που τραβήξαν τόσα χρόνια εξ’ αιτίας της.
- Και για μας που τραβήξαμε τόσα, έναν και πλέον χρόνο, το θέατρο ξανά τι σηματοδοτεί;
To θέατρο είναι μιαν «Ελένη» που θα μας πιάσει όμορφα απ’ το χέρι, θα μας χαϊδέψει με βλέμματα και ήχους και νεύματα, θα μας μιλήσει γλυκά και θα γιατρέψει τις πληγές μας… Θα μας σαγηνέψει και δίχως να μας ξεγελάσει, θα μας οδηγήσει σ’ ένα μακρινό ταξίδι, όντας η σωτήρια λέμβος μας, η σανίδα σωτηρίας όπως παραδοσιακά έπραττε στις κρίσιμες στιγμές βγάζοντάς μας μπροστά… Μια ιαματική πηγή γάργαρου νερού είναι το θέατρο, παρά τις παιδωμές και τα αδιέξοδά μας… Μοιάζει ίδιο με νερό τρεχούμενο, που ποτίζει, δροσίζει, ξεδιψά, αναζωογονεί, γιατρεύει τη γη, τα φυτά, το χώμα και τις ψυχές των ανθρώπων. Σύνταξη - Επιμέλεια: Χρύσα Σάμου