Οι Έξι λαϊκές ζωγραφιές είναι έξι χοροί που βασίζονται σε έξι γνωστά λαϊκά τραγούδια. Αν χρειάζεται κάποιο νόημα στη σειρά που παρουσιάζονται αυτά τα τραγούδια , μπορεί κανείς να πει ότι όλα εκφράζουν μια βαθύτερη θλίψη ίσως τον καημό ενός ανικανοποίητου έρωτα , 'ίσως την νοσταλγία μιας ιδανικής ομορφιάς χαμένης από τη ζωή μας για πάντα. Κύριο πρόσωπο των τραγουδιών αυτών είναι ένα παλικάρι που αναζητεί την άφθαστη ομορφιά αλλά την ώρα που την πλησιάζει και νομίζει πως την κατακτά, βλέποντας πως δεν είναι παρά ένα φευγαλέο όνειρο , ξαναγυρίζει στον παντοτινό καημό του.(α. Συννεφιασμένη Κυριακή β. Κουράστηκα να σ' αποκτήσω, αρχόντισσα κυρά μου γ. Συννέφιασε, ψιλή βροχούλα έπιασε δ. Σύρε την άμαξα, αμαξά ε. Πάμε τσάρκα στο Μπαξέ Τσιφλίκι στ. Νύχτωσε χωρίς φεγγάρι). Στα Πιθοπρακτά του Ιάννη Ξενάκη (κρατούμε τον τίτλο του συνθέτη) η χορογραφία προσπαθεί χωρίς την βοήθεια κανενός θέματος να δώσει με μόνη την κίνηση τον χαρακτήρα και την υφή της μουσικής. Αφήνεται στην φαντασία του θεατή να δώσει την ερμηνεία του θεάματος. Το καταραμένο φίδι είναι ένα επεισόδιο από το Θέατρο Σκιών του Καραγκιόζη. Όλη η χώρα είναι τρομοκρατημένη από την εμφάνιση ενός τρομερού φιδιού. Ο Πασάς, την κρίσιμη στιγμή, προσφέρει ένα γενναίο ποσό και το χέρι της κόρης του σε όποιον καταφέρει να σκοτώσει το τέρας. Διάφοροι ήρωες παρελαύνουν προσπαθώντας μάταια να σκοτώσουν το φίδι , αλλά μόνον ο Μεγαλέξαντρος είναι άξιος αντίπαλος. Ο Καραγκιόζης που παρεμβαίνει και τον βοηθάει σε μια κρίσιμη στιγμή, πανηγυρίζει πιστεύοντας πως σκότωσε ο ίδιος το θεριό. Στο τέλος η αλήθεια αποκαλύπτεται και ο Καραγκιόζης τρώει ένα γερό χέρι ξύλο μέσα στη γενική θυμηδία.