Η Γερόντισσα στην «Ελένη» είναι πρόσωπο κλειδί, καθώς δίδοντας την πληροφορία, πυροδοτεί την όλη ιστορία. Αν δεν υπήρχε για να κάνει την αποκάλυψη, η ιστορία θα πήγαινε αλλού. Θεωρώ πως πρόκειται για το πρόσωπο που δίνει το εναρκτήριο λάκτισμα στην υπόθεση κι αναμένουμε από κει και πέρα την εξέλιξη της ιστορίας.
Στην παράσταση που στήνει ο Βασίλης Παπαβασιλείου στο ΚΘΒΕ, βλέπουμε την πλέον ευφάνταστη εκδοχή του μύθου της Ελένης.
Η Γερόντισσα που ενσαρκώνω, είναι η θυρωρός ας πούμε σε αυτό που πολύ ωραία συνηθίζει να αναφέρει στις πρόβες μας: Νυχτερινόν κέντρον "Το Ωραίο Κάιρο".
Είναι ένα παιχνίδι όλο αυτό που δημιουργούμε ως εκδοχή και βρίσκω εξαιρετική την σύλληψή του να φέρουμε όλοι έναν ρόλο ωσάν ένα παιχνίδι ατέρμονο.
- Συμπεριφεριστικά πως είναι η γερόντισσα;
Ξεκινά να συμπεριφέρεται στον Μενέλαο με σκληροκαρδία, είναι απότομη, απόλυτη και στυγνή στις επιταγές της (αποκύημα βεβαίως των εντολών του Θεοκλύμενου), λέγοντάς του εν αρχή «σήκω και φύγε από δω, διαφορετικά θα αναγκαστώ να χρησιμοποιήσω βία», για να καταλήξει τον σύντομο ρόλο της με τη φράση «εγώ τους Έλληνες τους συμπαθώ». Μέσα σε πολύ λίγους στίχους ολοκληρώνεται η παρουσία της που όμως θέτει τις βάσεις για την ανάπτυξη ενός παιχνιδιού όλων των χαρακτήρων ακολούθως.
- Ο Ευριπίδης γιατί επιλέγει για «θυρωρό» μια γυναίκα και μάλιστα προχωρημένης ηλικίας και όχι έναν άνδρα;
Είναι που η γυναίκα έχει τα κόλπα, τα παιχνίδια μέσα της… ένας άνδρας δεν θα έπραττε όπως εκείνη. Ούτε τις ίδιες ευαισθησίες θα είχε να καταμαρτυρήσει στο τέλος την συμπάθεια προς τους Έλληνες και πως ότι προηγήθηκε, ήταν από φόβο για τον βασιλιά της. Στο έργο αυτό πρόσωπα και προσωπεία εναλλάσσονται. Έχουμε μια αρχαία τραγωδία που δεν είναι ακριβώς τραγωδία.. Τι είναι; Καμία σίγουρη απάντηση δεν έχουμε… κανείς δεν ξέρει πώς να την ονοματίσει… Είναι ιλαροτραγωδία; Θα ανατρέξω και πάλι στην σημείωση του Παπαβασιλείου που χαρακτηρίζει το έργο ως το πρώτο happy end έργο της ιστορίας του δυτικού θεάτρου. Για μένα είναι ένα έργο που το παιχνίδι το χαρακτηρίζει. Είναι παιγνιώδες.
- Η ομορφιά, τι σόι παιχνίδι μπορεί να είναι;
Το κατ’ εξοχήν παιχνίδι, της σαγήνης, της οδύνης, της ζωής, του έρωτα και του θανάτου, κι όλων όσων μπορεί να μεταλλάξει η ωραιότητα. Και η ομορφιά της Ελένης είναι που την έκανε ξακουστή, αυτή που την κατέστρεψε και αυτή που την έσωσε.
- Μια ομορφιά όμως διαφορετική ανάμεσα στο «είναι» και το «φαίνεσθαι»…
Και μάλιστα είναι η πρώτη φορά που μπαίνουν τόσο καίρια ερωτήματα με τέτοιο εύληπτο τρόπο. Ο Ευριπίδης μας δίνει τροφή για σκέψη με την «Ελένη» του… Οι άνθρωποι δεν αρεσκόμαστε να ταυτιζόμαστε με το «είναι», προτιμώντας ευκολότερα το «φαίνεσθαι» και τότε και σήμερα και διαχρονικά.
- Τι μήνυμα φέρνει στο σήμερα η «Ελένη» του ΚΘΒΕ; Τι κουβαλά;
Αυτό το «για ένα πουκάμισο αδειανό» και οι επιπτώσεις που μπορεί να φέρει όταν συνειδητοποιήσει κανείς πόσο κοστίζουν σε όσους το βιώνουν, σε εκείνους που το παρακολουθούν…
Η επιλογή από πλευράς του ΚΘΒΕ να ανοίξει με αυτό το συγκεκριμένο έργο, μετά από ένα ζοφερό χρόνο εγκλεισμού λόγω πανδημίας, ήταν καίρια και εξόχως έξυπνη μια που ενέχει και το παιχνίδι και το ευτυχισμένο τέλος, που όλοι προσδοκούμε για τις ζωές μας.
- Kαι το κοινό, πως αναμένεται να προσέλθει στο θέατρο;
Με πολύ μεγάλη λαχτάρα αναμένουμε όλοι μας. Όλος ο κόσμος του θεάτρου προσέρχεται στις πρόβες με μεγάλη χαρά και προσδοκία συνάμα να ακουμπήσει το βλέμμα το γέλιο και το δάκρυ του στο κοινό, τον λόγο σύγχρονων συγγραφέων και των μεγάλων τραγικών, κωμικών και ποιητών της αρχαιότητας. Και το κοινό θα έρθει φρονώ με την ίδια λαχτάρα. Αυτός ο ενάμιση χρόνος χωριστά, κατέδειξε πόσο ανάγκη πραγματική έχουμε τον πολιτισμό μας. Και δεν στοχοθετώ σε όσους δημιουργούν, σε όσους παράγουν κάθε μορφή παραστατικής τέχνης, θέατρο, μουσική, χορό… Μιλώ για τον κόσμο που έρχεται να μας συναντήσει κι εμείς εκείνους για να θεραπεύσουμε τις ψυχές μας, το μεδούλι της ύπαρξής μας…
- Έρχεστε κατά πρόσωπο με την Γερόντισσα, τι της λέτε;
«Μπράβο για τον τρόπο που έχεις σε ελάχιστο χρονικό διάστημα να μπορείς να χειριστείς τους ανθρώπους».
- Ποια η πολυαγαπημένη σας φράση απ’ το έργο;
«Τι είναι θεός, τι μη θεός, και τι το ανάμεσό τους»;
Και όπως σημείωσε πολύ εύστοχα ο Παντελής Μπουκάλας, όταν έρχεται κανείς αντιμέτωπος με τη μετάφραση αυτής της φράσης του Ευριπίδη, δεν μπορεί παρά να ανατρέξει στην αυτούσια παράθεση του Γιώργου Σεφέρη.
Σύνταξη - Επιμέλεια: Χρύσα Σάμου