Βιέννη, 1874. Η πρωτεύουσα της κραταιάς Αυστροουγγρικής Αυτοκρατορίας βρίσκεται βυθισμένη στο ζοφερό οικονομικό κραχ που ακολούθησε την επαύριον της λαμπρής Διεθνούς Έκθεσης του 1873. Στις διάφορες τάξεις της κοινωνίας, ο καθένας προσπαθεί να επιβιώσει όπως μπορεί, εφευρίσκοντας πρακτικές λύσεις ή αναζητώντας φυγή και λησμονιά στην διασκέδαση και το ποτό. Στην απόλυτη ακμή του, ο πενηντάχρονος Γιόχαν Στράους συλλαμβάνει το φυγεύθυνο πνεύμα της εποχής και του τόπου και το αποδίδει έξοχα σε μια νέα, πικάντικη οπερέτα, την Νυχτερίδα. Βασισμένη σ' ένα γαλλικό βωντβίλ η υπόθεση αφηγείται μια τυπική σκαμπρόζικη ιστορία παρ' ολίγον συζυγικής απιστίας με φόντο την ανταπόδοση μιας αποκριάτικης φάρσας που είχε γίνει παλιά. Ένας αστός, η σύζυγος του οποίου πολιορκείται από εραστή, πρόκειται να φυλακισθεί για κάποιο πταίσμα. Καθώς το ίδιο βράδυ είναι καλεσμένοι σε πριγκιπικό χορό μεταμφιεσμένων, όλοι αξιοποιούν την ευκαιρία για να ξεφύγουν και να διασκεδάσουν. Ένας παλιός φίλος προθυμοποιείται να κανονίσει αναβολή της κράτησης του συζύγου ο οποίος προσποιείται ότι φεύγει για την φυλακή, η σύζυγος κανονίζει να υποδεχτεί τον εραστή της ενώ στην υπηρέτρια δίδεται η πολυπόθητη άδεια να λείψει. Όμως όλων τα σχέδια στραβώνουν εξ' αρχής: ο εραστής σύρεται από παρεξήγηση στην φυλακή, ενώ οι δυο σύζυγοι και η υπηρέτρια καταφθάνουν χωριστά στον χορό όπου, δίχως να το γνωρίζουν, καταλήγουν να φλερτάρουν αλλήλους πίσω απ' τις μάσκες. Στο τέλος όλοι ξανασυναντιούνται αναπάντεχα στην φυλακή. Εκεί, όχι δίχως παρ' ολίγον δυσάρεστες εκπλήξεις, οι συσσωρευμένες παρεξηγήσεις λύνονται και το ζευγάρι συμφιλιώνεται καθώς αποκαλύπτεται ότι το όλο ήταν στημένο ως ανταπόδοση μιας παλιάς αποκριάτικης φάρσας ανάμεσα στον σύζυγο και στον φίλο του. (Γιάννης Σβώλος)