(Peter Zadek) Ο Πέτερ Ζάντεκ γεννήθηκε στο Βερολίνο. Η οικογένειά του μετανάστευσε στην Αγγλία, όπου ο Ζάντεκ σπούδασε πρώτα στην Οξφόρδη και αργότερα σκηνοθεσία στη Σχολή Θεάτρου του Old Vic, στο Λονδίνο. Αφού εργάστηκε ως σκηνοθέτης στο BBC και ανέβασε πολυάριθμες παραγωγές στην αγγλική σκηνή, το 1958 επέστρεψε στη Γερμανία. Εργάστηκε με τον Κουρτ Χούμπνερ στο Ουλμ και στη Βρέμη και ανέβασε τις πρώτες του παραστάσεις με έργα του Σαίξπηρ: 'Με το ίδιο μέτρο' (1960) και 'Ο έμπορος της Βενετίας' (1961). Από το 1967 και έπειτα, ο Ζάντεκ σκηνοθέτησε παραστάσεις σε διάφορα θέατρα της Γερμανίας (στις πόλεις Βούπερταλ, Στουτγκάρδη, Βερολίνο, Μόναχο), καθώς και κινηματογραφικές ταινίες: 'Rotmord' (βασισμένη στο θεατρικό έργο 'Toller', του Τάνκρεντ Ντορστ), 'Ich bin ein Elefant', 'Madame', 'Der Pott' (βασισμένη στο θεατρικό έργο του Σων Ο Κέυζυ 'Silver Tassie') και 'Eiszeit.'. Από το 1972, διετέλεσε Καλλιτεχνικός Διευθυντής στο Μπόχουμ, όπου σκηνοθέτησε ορισμένες εξαιρετικές παραστάσεις, όπως το 'Kleiner Mann, was nun' (βασισμένο στο μυθιστόρημα του Φαλλάντα), Ο 'Έμπορος της Βενετίας', 'Βασιλιάς Ληρ', 'Άμλετ' και 'Έντα Γκάμπλερ'. Το 1985 ξεκίνησε να σκηνοθετεί στο Deutsches Schauspielhaus του Αμβούργου, οι παραστάσεις του Ζάντεκ ανέδειξαν το θέατρο αυτό σε ένα από τα πλέον γοητευτικά της Ευρώπης. Εκεί ανέβασε τις παραστάσεις 'Οθέλλος' (1976) και 'Χειμωνιάτικο παραμύθι' (1978) του Σαίξπηρ, 'Η δούκισσα του Μάλφι' του Ουέμπστερ (1985) και 'Λούλου' του Βέντεκιντ (1988). Από το 1990 και μετά σκηνοθέτησε στο Βερολίνο (για τα θέατρα Berliner Ensemble, Theater des Westens, Freie Volksbόhne), στη Βιέννη (Burgtheater), στο Αμβούργο (Thalia Theater, Kammerspiele), στο Παρίσι (Odeon, Theatre de l' Europe) και στο Φεστιβάλ του Σάλτσμπουργκ ('Άνοδος και πτώση της πόλης Μαχάγκονι' των Μπρεχτ και Βάιλ, 1989). Μεταξύ 1993-1995, μαζί με τους Φριτζ Μάρκαρντ, Χάινερ Μύλλερ και Πέτερ Πάλιτς, διηύθυνε το Berliner Ensemble, όπου ξεχωρίζουν οι σκηνοθεσίες των έργων 'Αυτός που λέει ναι και αυτός που λέει όχι' του Μπρεχτ (1993) και 'Αντώνιος και Κλεοπάτρα' του Σαίξπηρ (1994). Πρόσφατα, ανέβασε το 'Ρόσμερσχολμ' του Ίψεν (2000), τον 'Εβραίο της Μάλτας' του Μαρλόου (2001), τη 'Νύχτα της Ιγκουάνα' του Τ. Ουίλλιαμς (2002), τη 'Μάνα Κουράγιο' του Μπρεχτ (2003), καθώς και τον 'Πέερ Γκυντ' του Ίψεν (2004), έργο το οποίο ανέβασε σε παραγωγή του Berliner Ensemble, για πρώτη φόρα μετά την επιτυχημένη ενασχόλησή του με τη δραματουργία του Ίψεν. Η παράσταση αυτή σημείωσε πρωτοφανή επιτυχία στο Φεστιβάλ του Εδιμβούργου. Τον Ιούνιο του 2005, ο Ζάντεκ σκηνοθέτησε τον 'Χορό του θανάτου' (Ι, ΙΙ) του Στρίντμπεργκ, που παίχτηκε στο Burgtheater για το φεστιβάλ Festwochen της Βιέννης και το 2006 το έργο 'Γεύση από μέλι' της Σέλα Ντιλέινυ, στο θέατρο St. Pauli του Αμβούργου. Από το 1991 ο Πέτερ Ζάντεκ είναι μέλος της Γερμανικής Ακαδημίας Τεχνών. Το 1992 του απονεμήθηκαν το Βραβείο Τέχνης της Ακαδημίας Τεχνών του Βερολίνου και, εκ μέρους της γαλλικής κυβέρνησης, ο τίτλος 'Ταξιάρχης των Τεχνών και των Γραμμάτων', επίσης, το 2002 τιμήθηκε από την Γερμανική Δημοκρατία με το παράσημο του Τάγματος της Τιμής. Οι παραγωγές του έχουν προσκληθεί επανειλημμένως στα φεστιβάλ Festwochen της Βιέννης, Theaterreffen του Βερολίνου και στο Φεστιβάλ του Εδιμβούργου. Το περιοδικό 'Theater heute' τον έχει ανακηρύξει πολλές φορές σκηνοθέτη της χρονιάς, όπως το 1999 για τον 'Άμλετ' (εικοστή φορά που ο Ζάντεκ ανέβασε Σαίξπηρ) και το 2001 για το 'Ρόσμερσχολμ' του Ίψεν και για το 'Bash' του Νηλ Λα Μπουτ. Ο Πέτερ Ζάντεκ ζει στη Λούκα, στο Βερολίνο και το Αμβούργο. Για περίπου πενήντα χρόνια, εξακολουθεί να είναι ο πιο διακεκριμένος σκηνοθέτης του γερμανικού θεάτρου. Οι παραστάσεις του, αν και συχνά διχάζουν κοινό και κριτικούς, σημειώνουν τεράστια επιτυχία. Ο Ζάντεκ ανανέωσε την τέχνη της θεατρικής σκηνοθεσίας, δουλεύοντας τόσο απ' ευθείας πάνω στα κείμενα με τους αγαπημένους του ηθοποιούς, όσο και αναζητώντας μια θεωρητική σύλληψη της σκηνοθεσίας. Μία ολόκληρη γενιά εξαίρετων Γερμανών ηθοποιών έπαιξε σε παραστάσεις του, όπως οι Ούλριχ Ουίλντγκρούμπερ, Χέρμαν Λάουζε, Χανς Μάνκε, Γκρούντερ Λούντερς, Μπρούνο Γκαντς, Όττο Σάντερ, Χανς Μίκαελ Ρέμπεργκ, Γκερτ Φος, Ίγκνατς Κίρχνερ, Χάννελορε Χόγκερ, Έντιθ Κλέβερ, Έβα Μάττες, Σουζάννα Λόθαρ, Γιούτα Χόφμαν, Άντζελα Ουίνκερ. Επίκεντρο της θεατρικής σκηνοθετικής δουλειάς του Ζάντεκ ήταν πάντα οι τρεις του 'άγιοι': Σαίξπηρ, Ίψεν και Τσέχωφ. Για περισσότερα από είκοσι χρόνια, η Γερμανίδα ποιήτρια Ελίζαμπεθ Πλέσσεν μεταφράζει αυτά τα κλασικά έργα για τις παραστάσεις του Ζάντεκ. Ο Πέτερ Ζάντεκ αναφέρει: 'Η φαντασία είναι ό,τι σπουδαιότερο, γιατί διατηρείται ανέγγιχτη. Εάν τα ανθρώπινα όντα δεν είχαν φαντασία, θα ήταν πλάσματα βαρετά, πιθανόν να ήταν άγρια θηρία. Η φαντασία είναι ανεκτίμητη αρετή των ανθρώπινων όντων. Είναι ό,τι πιο πολύτιμο κατέχει ο άνθρωπος . Όταν ξεκινήσαμε μαζί με τον Πέτερ Στάιν στη δεκαετία του '60, μονίμως διαφωνούσαμε στο θέμα της φαντασίας. Εκείνος πάντα έλεγε ότι ο ορθολογισμός είναι απαραίτητος, όμως εγώ του απαντούσα: Φαντασία. Δεν με ενδιαφέρει διόλου ο ορθολογισμός'.